O Bασίλης Φλώρος στην "Ε": «Κάτω από το δέρμα, το αίμα της γνώσης είναι κοινό»
Μια ζωή με το θέατρο… Μέσα στο θέατρο, για το θέατρο. Ενας ρομαντικός, αδιαφιλονίκητος εραστής της τέχνης παραμένει χρόνια τώρα ο Μεσσήνιος ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας Βασίλης Φλώρος.
Με πλούσια δραστηριότητα κοντά σε επαγγελματίες και ερασιτέχνες ηθοποιούς, στόχος του είναι πάντα να παραμένει πιστός σε αυτό που αγαπά. Στον θεατρικό λόγο, τη λογοτεχνία και τα πλούσια συναισθήματα που κατακλύζουν την ευαίσθητη ψυχή του… Για πρώτη φορά, ανοίγει τα χαρτιά του και ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής του, μέσα από αυτές τις γραμμές, στην “Ε”. Η φράση του “αγωνιούμε να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στον Νόμο και στον Ανθρωπο - είναι δύσκολος αγώνας” θυμίζει τις αναζητήσεις του Σοφοκλή, από τις οποίες φαίνεται πως έχει επηρεαστεί.
- Πώς ένα παιδί της επαρχίας, όπως εσείς, κάποια χρόνια πίσω, έμαθε και αγάπησε το θέατρο, σε μια εποχή που δεν υπήρχε ούτε ως ιδέα στα σχολεία;
Οταν ήμουν παιδί, μαθητής στο Δημοτικό Σχολείο Παλαιοκάστρου, στο χωριό μου, ο δάσκαλος ο Ανδρέας Κρόμπας σε μια εθνική εορτή μού έδωσε ένα ρόλο. Αυτή ήταν η πρώτη μου εμπειρία. Οι καλοί δάσκαλοι και οι καλοί παιδαγωγοί διαμορφώνουν συνειδήσεις και ρίχνουν τους αναγκαίους σπόρους της γνώσης και της τέχνης. Επειτα, όταν μεγάλωσα, έμαθα ότι και ο παππούς μου έπαιζε θέατρο στο χωριό στα χρόνια του ΕΑΜ, στην Αντίσταση εναντίον των κατακτητών. Στο πανεπιστήμιο, ένας νεανικός έρωτας με παρακίνησε και συμμετείχα για λίγο στη θεατρική ομάδα του πανεπιστημίου. Επειτα πήγα στη Δραματική Σχολή και τα πράγματα πήραν το δρόμο τους.
- Εχετε κάνει κι άλλες σπουδές, εκτός από το πεδίο της τέχνης. Πώς τα συνδυάσατε;
Ολα είναι συγκοινωνούντα δοχεία… Ολοι οι δρόμοι οδηγούν στην ίδια πλατεία. Τα πεδία της τέχνης, της επιστήμης, τα επαγγέλματα κ.τ.λ. είναι δρόμοι εκπαίδευσης που οδηγούν στην πλατεία της αυτογνωσίας και της αυτοπραγμάτωσης. Είμαστε όλοι συγγραφείς, σκηνοθέτες και ηθοποιοί στο θέατρο της ύπαρξης. εμείς γράφουμε το έργο της ζωής μας. εμείς υπηρετούμε τους κοσμικούς μας ρόλους. Οι σπουδές των ανθρώπων, όσο αντιφατικές και αν φαίνονται, στην ουσία η μία συμπληρώνει την άλλη. Κάτω από το δέρμα, το αίμα της γνώσης είναι κοινό.
- Τι σας έχει μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη, από την περίοδο των σπουδών σας και της συναναστροφής με τους δασκάλους σας; Ποιοι άνθρωποι συνέβαλαν σημαντικά στη ζωή σας;
Πέρα από τους καλούς γονείς, είναι μεγάλη τύχη να συναντήσεις και καλούς δασκάλους. Σπούδασα Πολιτικές Επιστήμες, Θέατρο και Θεατρικό Παιχνίδι. Χρωστάω πολλά σε όλους αυτούς τους μεγάλους δασκάλους που γνώρισα σ’ αυτούς τους χώρους. Κάποιος έχει πει ότι: «Είμαστε οι άνθρωποι που συναντήσαμε». Αν είναι έτσι, τότε όλοι μας χρωστάμε στους σημαντικούς ανθρώπους που συναντήσαμε. Ιδιαίτερη αναφορά να κάνω στον αείμνηστο Γιάννη Κονιδάρη, που για 5 χρόνια διδάχτηκα από αυτόν μαθήματα αυτογνωσίας. Επίσης οφείλω πολλά στον αδελφό της μάνας μου, τον πρώην βουλευτή Γιάννη Γιαννακόπουλο. Μπορεί να απομακρυνθήκαμε τα τελευταία χρόνια, αλλά η συμβολή του στην εξέλιξη της ζωής μου ήταν κάποτε σημαντική και τον ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό. Τώρα, εκείνο που έχει μείνει από τους δασκάλους της ζωής μου είναι ο σπινθήρας της μετάδοσης της γνώσης που υπήρχε μέσα τους, και η πνευματική και ψυχαγωγική χαρά που γένναγε αυτή η συναναστροφή μαζί τους.
- Τι γνώμη έχετε για τη σημερινή κατάσταση των ΔΗΠΕΘΕ;
Είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα. Εχω δουλέψει σε ΔΗΠΕΘΕ στα χρόνια της ακμής τους. Δυστυχώς, τα πράγματα σήμερα είναι άσχημα, συνολικά για την τέχνη. Οι άνθρωποι της τέχνης αντιμετωπίζονται σαν παρίες, σαν άνθρωποι μιας δεύτερης κατηγορίας, σαν να μη θεωρούμε την τέχνη και τον πολιτισμό μια αναγκαία συνθήκη. Σκεφτείτε τη ζωή μας χωρίς μουσική, χωρίς θέατρο, χωρίς τέχνες, χωρίς πνευματική δράση, ένα μαύρο χάλι δηλαδή. Οσον αφορά τα ΔΗΠΕΘΕ, θα πρέπει να αναδιοργανωθούν και να ξαναδούμε τον σημαντικό ρόλο τους απέναντι στους πολίτες της περιφέρειας. Αυτό είναι μια καθαρά πολιτική απόφαση. Θέλει τόλμη, γνώση και υψηλή συνείδηση. Πράγματα που λείπουν από τη σημερινή πολιτική σκηνή.
- Εχετε σκηνοθετήσει και τους δασκάλους της Καλαμάτας παλιότερα, θα συνεχιστεί κάποια στιγμή αυτή η ιδέα;
Τότε εργαζόμουν στα ολοήμερα σχολεία και έκανα το μάθημα της Θεατρικής Αγωγής. Κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η ιδέα από το Δ.Σ. του Συλλόγου τους και του τότε προέδρου τους Κώστα Σαραβελάκη. Συνεχίστηκε για κάποια χρόνια, έπειτα σταμάτησε… Οι σύλλογοι, οι ομάδες, τα σωματεία θέλουν και τους κατάλληλους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν ανάγκη και την υποστήριξη των μελών για να στηρίξουν τέτοιου είδους πολιτιστικές δράσεις. Ηταν μια ωραία περίοδος για μένα, ελπίζω και για τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκα.
- Ποια δουλειά στην οποία παίξατε ή σκηνοθετήσατε θα λέγατε πως είναι η αγαπημένη σας και γιατί;
Σκηνοθετικά αγάπησα λίγο παραπάνω τις δουλειές εκείνες στις οποίες ανέβασα κάποια δικά μου θεατρικά έργα. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ ότι τα δικά μου ήταν καλύτερα από έργα άλλων μεγάλων δημιουργών που σκηνοθέτησα, αλλά γιατί εκεί ολοκλήρωνα ένα «προσωπικό», συγγραφικό, λογοτεχνικό και θεατρικό οικοδόμημα, και μέσα από αυτό ένιωθα ότι ολοκληρωνόμουν και ωρίμαζα καλλιτεχνικά κι εγώ. Οσον αφορά την πορεία μου ως επαγγελματία ηθοποιού στο θέατρο, θα ξεχωρίσω την πενταετή συνεργασία μου με τον βετεράνο ηθοποιό Νίκο Τσούκα. Χάρη στο Νίκο γνώρισα έναν ξεχωριστό τρόπο δουλειάς του παλιού κλασικού θεάτρου. Γνώρισα άξιους συναδέλφους του χώρου και συνεργάστηκα μαζί τους, όπως τη Θάλεια Παπάζογλου, το Μανώλη Δεστούνη, τον Ντάνο Λυγίζο, το Λιονάκη, τον Ντίνο Καρύδη, τον Πωλ Βασιλειάδη και άλλους πολλούς που τώρα ξεχνάω. Μάλιστα, για 4 χρόνια παίζαμε με ιδιαίτερη επιτυχία την παράσταση «Δεσποινίς ετών 39», με οικονομικό επιχειρηματία την αγαπημένη μου φίλη και ηθοποιό Ελενα Στρατή.
- Ποιο είδος κινηματογραφικών ταινιών επιλέγετε να σας συντροφεύουν μέχρι σήμερα;
Οι ταινίες εκείνες που κάνουν βουτιά στο υγιές συναίσθημα και ταξιδεύουν τη φαντασία στα όρια μια νέας σκέψης. Αυτές που μας συγκινούν, μας παρακινούν και μας ψυχαγωγούν. Μου αρέσουν πολύ οι καλές κωμωδίες, αλλά και οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας.
- Εχετε δουλέψει και με παιδιά, τι σας άφησε η εμπειρία αυτή;
Ως δάσκαλος θεατρικών παιχνιδιών εδώ και χρόνια, οφείλω πολλά στα παιδιά. Τα παιδιά με έμαθαν να έχω υπομονή και να διαχειρίζομαι καλύτερα συναισθηματικές εντάσεις. Είναι μεγάλο σχολείο τα παιδιά. Δεν είναι παράδοξο να είσαι δάσκαλος αλλά στο τέλος να ανακαλύπτεις ότι τα παιδιά σε μαθαίνουν… ότι αυτά είναι οι δάσκαλοί σου… Παράδοξο και όμορφο μαζί. Προσπάθησα και προσπαθώ να τα ωφελήσω και να τους δώσω τα απαραίτητα στοιχεία της τέχνης, ώστε να σταθούν δυνατά και άξια απέναντι στη μεγάλη τέχνη που είναι η τέχνη της ζωής…
- Τι σχέση κρατάτε με την ερασιτεχνική θεατρική δημιουργία της Καλαμάτας, αλλά και των γειτονικών μας πόλεων;
Σκηνοθέτησα για αρκετά χρόνια παραστάσεις στον Μορφωτικό Σύλλογο Μεσσηνίας, όπου έχω διατελέσει και μέλος του Δ.Σ., σε διάφορες θέσεις. Χρωστάω πολλά στον φίλο μου Πέτρο Στεφανέα που, ως πρόεδρος του Μορφωτικού τα χρόνια εκείνα, μου έδωσε τη δυνατότητα να ανεβάσουμε αξιόλογες παραστάσεις και να κάνουμε δύο σημαντικά πράγματα (νομίζω) στη θεατρική ζωή της πόλης της Καλαμάτας. Πρώτον: να δημιουργήσουμε με επιτυχία την συμπόρευση στις παραστάσεις μας ερασιτεχνών και επαγγελματιών ηθοποιών. Δεύτερον: να ανεβάσουμε νέα έργα - νέων συγγραφέων. Αυτή ήταν η δεκάχρονη πορεία τη θεατρικής ομάδας “Ωκύτοπο”. Μια πορεία μέσα από την οποία αναδείχτηκαν πολλοί αξιόλογοι «ερασιτέχνες» ηθοποιοί («εμπειρικούς» τους λέω εγώ) και καλές φιλίες. Σταμάτησε για κάποια χρόνια και αναβίωσε πέρυσι… αλλά ο κορονοϊός μας άλλαξε τα σχέδια. Οι θεατρικές ομάδες που υπάρχουν σε κάθε νομό και πόλη είναι ένας από τους ποιο σημαντικούς πυλώνες του πολιτισμού στην περιφέρεια. Τα οφέλη που απορρέουν από αυτές τις ομάδες στην κοινωνία είναι μεγάλα, καθώς και μεγάλη η κουβέντα για τη δράση τους, τα προβλήματα και η έλλειψη υποστήριξής τους από την Πολιτεία και τους φορείς. Εδώ μου δίνεται η ευκαιρία να εκφράσω ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στα Δ.Σ. των θεατρικών ομάδων της Ζαχάρως και της Μεγαλόπολης, που τόσα χρόνια με εμπιστεύονται ως σκηνοθέτη τους. Δύο ομάδες με πολύ καλό θεατρικό υλικό, με ανθρώπους γεμάτους μεράκι, δύναμη, ταλέντο, αγάπη για το θέατρο και τον πολιτισμό.
- Τι σας άφησε η σύντομη ενασχόληση με την πολιτική; Θα το ξαναδοκιμάζατε;
Αν κάθε πράξη μας είναι πολιτική, τότε χαριτολογώντας λέω ότι και η πολιτική είναι μια θεατρική πράξη. Η ιδεολογία, η αντιπαράθεση, η σύγκρουση, πράγματα αναγκαία για έναν πολιτικό φορέα, διαχωρίζουν όμως τους ανθρώπους. Και η τέχνη έχει συγκρούσεις, δεν είναι στο απυρόβλητο, αλλά στο τέλος πάντα ενώνει. Ομως και η πολιτική και η τέχνη είναι αναγκαίες δράσεις. Αρκεί η πολιτική να αποκτήσει τα πνευματικά αισθητήρια της τέχνης και η τέχνη να μπορεί να γίνεται πολιτική πράξη με την έννοια της εξελικτικής διαμόρφωσης των ανθρώπων και της κοινωνίας. Ανήκω σε μια γενιά και σε μια οικογένεια με έντονη πολιτική δράση. Δεν μπορώ να ξεφύγω από αυτό. Πάντα συμμετέχω σε πολιτικές διαδικασίες. Συνήθως στα μετόπισθεν, κριτικά και εποικοδομητικά. Είναι χρέος του καθένα μας, να έχουμε πολιτική σκοπιά. Ο δρόμος μου είναι η τέχνη. Αυτόν αγαπώ. Αυτόν διαλέγω. Από αυτόν αντλώ χαρά. Ομως, ίσως, με κατάλληλους ανθρώπους σε κατάλληλες συνθήκες να ξαναδοκίμαζα. Δεν ξέρω…
- Από το σημερινό σας πόστο στο Τμήμα Αδειών Παραμονής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, έρχεστε σε επαφή με μετανάστες και πρόσφυγες. Πόσο σας έχει αλλάξει αυτή η καθημερινότητα;
Θα μιλήσω πρώτα ποιητικά και υπαρξιακά. Μετανάστες και πρόσφυγες είμαστε όλοι σ’ αυτόν τον κόσμο. Ποιος είναι από δω; Ποιος θα μείνει για πάντα εδώ; Κανένας.
Πολιτικά, όμως, το πρόβλημα το μεταναστευτικό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα. Ας δούμε αυτό το πρόβλημα στη βάση του. Γιατί φεύγουν αυτοί οι άνθρωποι από τα μέρη τους; Ποιοι τους διώχνουν; Ποιοι δημιουργούν πολέμους και δυστυχίες; Οταν οι ισχυροί της γης σταματήσουν να συμπεριφέρονται σαν παγκόσμιοι νταβατζήδες, τότε αυτός ο πλανήτης θα ευημερήσει. Ομως φταίμε και εμείς… με αυτούς που ψηφίζουμε. Για κάθε παγκόσμια αθλιότητα ο καθένας μας έχει και ένα μικρό βαθμό ευθύνης. Η επαφή μου με τους μετανάστες με έκανε πιο ανθρώπινο. Ολοι όσοι ερχόμαστε λόγω εργασίας σε επαφή με μετανάστες και πρόσφυγες, καθημερινά αγωνιούμε να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στον Νόμο και στον Ανθρωπο. Είναι δύσκολος αγώνας.
- Τι ετοιμάζετε τώρα, όσον αφορά το συγγραφικό σας έργο;
Εχω εκδώσει 7 ποιητικές συλλογές, ένα δοκίμιο, ένα μυθιστόρημα και 11 θεατρικά έργα, που τα περισσότερα έχουν ανέβει σε θεατρικές σκηνές. Αυτό το διάστημα ετοιμάζω ένα βιβλίο με όλα μου τα θεατρικά συγκεντρωμένα, και μια νέα ποιητική συλλογή με 100 ποιήματα που έχω γράψει τα τελευταία χρόνια.
- Πέρα από την τέχνη, τι άλλο αγαπάτε στη ζωή;
Αγαπώ τα όμορφα καθημερινά πράγματα. Να νιώθω τη ζωή. Να γεύομαι το χρόνο που περνάει και δεν ξαναγυρίζει. Να δίνω μέρος από τον προσωπικό χρόνο μου στους γονείς μου, στις αδελφές μου, στ’ ανίψια μου. Να πίνω καφέ με τους φίλους μου. Να κάνω βόλτες στη θάλασσα, στο βουνό, ταξίδια με τη Νατάσα τη σύντροφό μου. Ιδιαίτερα μου αρέσει να πηγαίνω στα κτήματα των προγόνων μου να ασχολούμαι με αγροτικές εργασίες. Να κλαδεύω, να μαζεύω ελιές, να μπολιάζω δέντρα, να μαζεύω χόρτα… Να πηγαίνω στα μέρη που έζησα παιδί. Με συγκινεί πολύ η φύση, τα χωράφια, τα αιώνια βουνά, τα λεγόμενα κοντοβούνια όπου βοσκούσαμε με τον παππού μου τα αιγοπρόβατά του. Εχω τις καλύτερες παιδικές αναμνήσεις από το χωριό μου… Νιώθω πολλές φορές 3 άνθρωποι μαζί. Ενας χωρικός ξεχασμένος μέσα στα ποτάμια και στα χωράφια. Ενας μικροαστός με μια δουλειά γραφείου στην ωραία πόλη Καλαμάτα, να μεταλαμβάνω τη θάλασσά της. Ενας συγγραφέας, γραφιάς, που ζει σ’ έναν φανταστικό κόσμο, σε εκείνον τον κόσμο που δημιουργεί η λογοτεχνία, σε έναν κόσμο που συχνά κατοικώ. Πώς συμβιβάζονται όλα αυτά μαζί; Δεν ξέρω… όμως μ’ αρέσει.
- Τι στόχους έχετε θέσει για τη νέα χρονιά από το πόστο της Πανελλήνιας Ενωσης Λογοτεχνών;
Η Πανελλήνια Ενωση Λογοτεχνών (ΠΕΛ) είναι ένα από τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά σωματεία στη χώρα. Εκπροσωπούμε πάνω από 400 λογοτέχνες σε όλη τη χώρα. Είμαι στο Δ.Σ. στις θέσεις του εφόρου και του υπεύθυνου δημοσίων σχέσεων από το 2014. Είναι μεγάλη τιμή και μεγάλη ευθύνη για μένα. Εχουμε, νομίζω, δημιουργήσει ένα σημαντικό έργο τα τελευταία χρόνια τόσο υπό την προεδρία του πανεπιστημιακού Τάσου Λέρτα όσο και με τη νέα μας δραστήρια πρόεδρο Αγγελική Ψακή-Κωβαίου. Ο κορονοϊός σταμάτησε τις δράσεις σε πολλά πολιτιστικά σωματεία. Ετσι και στο δικό μας. Ομως συνεχίζουμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε, και ιδιαίτερα να συνεχίσουμε τους καθιερωμένους εδώ και 45 χρόνια πανελλήνιους διαγωνισμούς μας.
- Πιστεύετε στο Θεό;
Πιστεύω σ’ ένα Θεό που δεν γνωρίζω… Γράφω σ’ ένα ποίημά μου πως «μόνο οι φανατικοί γνωρίζουν το Θεό». Ειρωνεία βέβαια. Ποιος ξέρει το Θεό; Αν υπάρχει Θεός, σίγουρα δεν είναι μουσουλμάνος, βουδιστής ή χριστιανός. Αυτές είναι ταμπέλες που του έχουν βάλει οι άνθρωποι από άγνοια ή από συμφέρον και τον υποτιμούνε. Ο Θεός είναι κάτι πολύ παραπάνω από όλα αυτά… Αχρονος, ακατανόητος, ατελεύτητος. Πνεύμα, Λόγος και νοήμον χάος, Παν και όλον, όπως έλεγαν οι σοφοί αρχαίοι πρόγονοι. Βέβαια και Αγάπη. Σε αυτόν το Θεό πιστεύω. Τον Αθρησκο, Αγαπημένο.
- Να κλείσουμε μ’ ένα στίχο σας αυτή τη συνέντευξη;
Από το ποίημα “Η νάκα”: “Περπατώ στους ελαιώνες του καλοκαιριού / φορώντας τα σανδάλια του Ερμή / εκτεθειμένος στ’ αγκάθια της εμπειρίας. / Ξάπλωσα κάτω από την μεγάλη Ελιά, / όπου η μάνα μου με κρέμαγε στη νάκα / όταν θέριζε το χωράφι. / Ο ήχος των παιδικών μου χρόνων. / Ο κοσμικός ήχος της ζωής / των τόσων καλοκαιριών που έζησα, της ερμηνείας των ερώτων ο ήχος / και της ψυχής μου το τρυφερό χορτάρι. / Ο ήχος των αναμνήσεων, και εκείνων που αγάπησα, ο ήχος”…
Με πλούσια δραστηριότητα κοντά σε επαγγελματίες και ερασιτέχνες ηθοποιούς, στόχος του είναι πάντα να παραμένει πιστός σε αυτό που αγαπά. Στον θεατρικό λόγο, τη λογοτεχνία και τα πλούσια συναισθήματα που κατακλύζουν την ευαίσθητη ψυχή του… Για πρώτη φορά, ανοίγει τα χαρτιά του και ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής του, μέσα από αυτές τις γραμμές, στην “Ε”. Η φράση του “αγωνιούμε να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στον Νόμο και στον Ανθρωπο - είναι δύσκολος αγώνας” θυμίζει τις αναζητήσεις του Σοφοκλή, από τις οποίες φαίνεται πως έχει επηρεαστεί.
- Πώς ένα παιδί της επαρχίας, όπως εσείς, κάποια χρόνια πίσω, έμαθε και αγάπησε το θέατρο, σε μια εποχή που δεν υπήρχε ούτε ως ιδέα στα σχολεία;
Οταν ήμουν παιδί, μαθητής στο Δημοτικό Σχολείο Παλαιοκάστρου, στο χωριό μου, ο δάσκαλος ο Ανδρέας Κρόμπας σε μια εθνική εορτή μού έδωσε ένα ρόλο. Αυτή ήταν η πρώτη μου εμπειρία. Οι καλοί δάσκαλοι και οι καλοί παιδαγωγοί διαμορφώνουν συνειδήσεις και ρίχνουν τους αναγκαίους σπόρους της γνώσης και της τέχνης. Επειτα, όταν μεγάλωσα, έμαθα ότι και ο παππούς μου έπαιζε θέατρο στο χωριό στα χρόνια του ΕΑΜ, στην Αντίσταση εναντίον των κατακτητών. Στο πανεπιστήμιο, ένας νεανικός έρωτας με παρακίνησε και συμμετείχα για λίγο στη θεατρική ομάδα του πανεπιστημίου. Επειτα πήγα στη Δραματική Σχολή και τα πράγματα πήραν το δρόμο τους.
- Εχετε κάνει κι άλλες σπουδές, εκτός από το πεδίο της τέχνης. Πώς τα συνδυάσατε;
Ολα είναι συγκοινωνούντα δοχεία… Ολοι οι δρόμοι οδηγούν στην ίδια πλατεία. Τα πεδία της τέχνης, της επιστήμης, τα επαγγέλματα κ.τ.λ. είναι δρόμοι εκπαίδευσης που οδηγούν στην πλατεία της αυτογνωσίας και της αυτοπραγμάτωσης. Είμαστε όλοι συγγραφείς, σκηνοθέτες και ηθοποιοί στο θέατρο της ύπαρξης. εμείς γράφουμε το έργο της ζωής μας. εμείς υπηρετούμε τους κοσμικούς μας ρόλους. Οι σπουδές των ανθρώπων, όσο αντιφατικές και αν φαίνονται, στην ουσία η μία συμπληρώνει την άλλη. Κάτω από το δέρμα, το αίμα της γνώσης είναι κοινό.
- Τι σας έχει μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη, από την περίοδο των σπουδών σας και της συναναστροφής με τους δασκάλους σας; Ποιοι άνθρωποι συνέβαλαν σημαντικά στη ζωή σας;
Πέρα από τους καλούς γονείς, είναι μεγάλη τύχη να συναντήσεις και καλούς δασκάλους. Σπούδασα Πολιτικές Επιστήμες, Θέατρο και Θεατρικό Παιχνίδι. Χρωστάω πολλά σε όλους αυτούς τους μεγάλους δασκάλους που γνώρισα σ’ αυτούς τους χώρους. Κάποιος έχει πει ότι: «Είμαστε οι άνθρωποι που συναντήσαμε». Αν είναι έτσι, τότε όλοι μας χρωστάμε στους σημαντικούς ανθρώπους που συναντήσαμε. Ιδιαίτερη αναφορά να κάνω στον αείμνηστο Γιάννη Κονιδάρη, που για 5 χρόνια διδάχτηκα από αυτόν μαθήματα αυτογνωσίας. Επίσης οφείλω πολλά στον αδελφό της μάνας μου, τον πρώην βουλευτή Γιάννη Γιαννακόπουλο. Μπορεί να απομακρυνθήκαμε τα τελευταία χρόνια, αλλά η συμβολή του στην εξέλιξη της ζωής μου ήταν κάποτε σημαντική και τον ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό. Τώρα, εκείνο που έχει μείνει από τους δασκάλους της ζωής μου είναι ο σπινθήρας της μετάδοσης της γνώσης που υπήρχε μέσα τους, και η πνευματική και ψυχαγωγική χαρά που γένναγε αυτή η συναναστροφή μαζί τους.
- Τι γνώμη έχετε για τη σημερινή κατάσταση των ΔΗΠΕΘΕ;
Είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα. Εχω δουλέψει σε ΔΗΠΕΘΕ στα χρόνια της ακμής τους. Δυστυχώς, τα πράγματα σήμερα είναι άσχημα, συνολικά για την τέχνη. Οι άνθρωποι της τέχνης αντιμετωπίζονται σαν παρίες, σαν άνθρωποι μιας δεύτερης κατηγορίας, σαν να μη θεωρούμε την τέχνη και τον πολιτισμό μια αναγκαία συνθήκη. Σκεφτείτε τη ζωή μας χωρίς μουσική, χωρίς θέατρο, χωρίς τέχνες, χωρίς πνευματική δράση, ένα μαύρο χάλι δηλαδή. Οσον αφορά τα ΔΗΠΕΘΕ, θα πρέπει να αναδιοργανωθούν και να ξαναδούμε τον σημαντικό ρόλο τους απέναντι στους πολίτες της περιφέρειας. Αυτό είναι μια καθαρά πολιτική απόφαση. Θέλει τόλμη, γνώση και υψηλή συνείδηση. Πράγματα που λείπουν από τη σημερινή πολιτική σκηνή.
- Εχετε σκηνοθετήσει και τους δασκάλους της Καλαμάτας παλιότερα, θα συνεχιστεί κάποια στιγμή αυτή η ιδέα;
Τότε εργαζόμουν στα ολοήμερα σχολεία και έκανα το μάθημα της Θεατρικής Αγωγής. Κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η ιδέα από το Δ.Σ. του Συλλόγου τους και του τότε προέδρου τους Κώστα Σαραβελάκη. Συνεχίστηκε για κάποια χρόνια, έπειτα σταμάτησε… Οι σύλλογοι, οι ομάδες, τα σωματεία θέλουν και τους κατάλληλους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν ανάγκη και την υποστήριξη των μελών για να στηρίξουν τέτοιου είδους πολιτιστικές δράσεις. Ηταν μια ωραία περίοδος για μένα, ελπίζω και για τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκα.
- Ποια δουλειά στην οποία παίξατε ή σκηνοθετήσατε θα λέγατε πως είναι η αγαπημένη σας και γιατί;
Σκηνοθετικά αγάπησα λίγο παραπάνω τις δουλειές εκείνες στις οποίες ανέβασα κάποια δικά μου θεατρικά έργα. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ ότι τα δικά μου ήταν καλύτερα από έργα άλλων μεγάλων δημιουργών που σκηνοθέτησα, αλλά γιατί εκεί ολοκλήρωνα ένα «προσωπικό», συγγραφικό, λογοτεχνικό και θεατρικό οικοδόμημα, και μέσα από αυτό ένιωθα ότι ολοκληρωνόμουν και ωρίμαζα καλλιτεχνικά κι εγώ. Οσον αφορά την πορεία μου ως επαγγελματία ηθοποιού στο θέατρο, θα ξεχωρίσω την πενταετή συνεργασία μου με τον βετεράνο ηθοποιό Νίκο Τσούκα. Χάρη στο Νίκο γνώρισα έναν ξεχωριστό τρόπο δουλειάς του παλιού κλασικού θεάτρου. Γνώρισα άξιους συναδέλφους του χώρου και συνεργάστηκα μαζί τους, όπως τη Θάλεια Παπάζογλου, το Μανώλη Δεστούνη, τον Ντάνο Λυγίζο, το Λιονάκη, τον Ντίνο Καρύδη, τον Πωλ Βασιλειάδη και άλλους πολλούς που τώρα ξεχνάω. Μάλιστα, για 4 χρόνια παίζαμε με ιδιαίτερη επιτυχία την παράσταση «Δεσποινίς ετών 39», με οικονομικό επιχειρηματία την αγαπημένη μου φίλη και ηθοποιό Ελενα Στρατή.
- Ποιο είδος κινηματογραφικών ταινιών επιλέγετε να σας συντροφεύουν μέχρι σήμερα;
Οι ταινίες εκείνες που κάνουν βουτιά στο υγιές συναίσθημα και ταξιδεύουν τη φαντασία στα όρια μια νέας σκέψης. Αυτές που μας συγκινούν, μας παρακινούν και μας ψυχαγωγούν. Μου αρέσουν πολύ οι καλές κωμωδίες, αλλά και οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας.
- Εχετε δουλέψει και με παιδιά, τι σας άφησε η εμπειρία αυτή;
Ως δάσκαλος θεατρικών παιχνιδιών εδώ και χρόνια, οφείλω πολλά στα παιδιά. Τα παιδιά με έμαθαν να έχω υπομονή και να διαχειρίζομαι καλύτερα συναισθηματικές εντάσεις. Είναι μεγάλο σχολείο τα παιδιά. Δεν είναι παράδοξο να είσαι δάσκαλος αλλά στο τέλος να ανακαλύπτεις ότι τα παιδιά σε μαθαίνουν… ότι αυτά είναι οι δάσκαλοί σου… Παράδοξο και όμορφο μαζί. Προσπάθησα και προσπαθώ να τα ωφελήσω και να τους δώσω τα απαραίτητα στοιχεία της τέχνης, ώστε να σταθούν δυνατά και άξια απέναντι στη μεγάλη τέχνη που είναι η τέχνη της ζωής…
- Τι σχέση κρατάτε με την ερασιτεχνική θεατρική δημιουργία της Καλαμάτας, αλλά και των γειτονικών μας πόλεων;
Σκηνοθέτησα για αρκετά χρόνια παραστάσεις στον Μορφωτικό Σύλλογο Μεσσηνίας, όπου έχω διατελέσει και μέλος του Δ.Σ., σε διάφορες θέσεις. Χρωστάω πολλά στον φίλο μου Πέτρο Στεφανέα που, ως πρόεδρος του Μορφωτικού τα χρόνια εκείνα, μου έδωσε τη δυνατότητα να ανεβάσουμε αξιόλογες παραστάσεις και να κάνουμε δύο σημαντικά πράγματα (νομίζω) στη θεατρική ζωή της πόλης της Καλαμάτας. Πρώτον: να δημιουργήσουμε με επιτυχία την συμπόρευση στις παραστάσεις μας ερασιτεχνών και επαγγελματιών ηθοποιών. Δεύτερον: να ανεβάσουμε νέα έργα - νέων συγγραφέων. Αυτή ήταν η δεκάχρονη πορεία τη θεατρικής ομάδας “Ωκύτοπο”. Μια πορεία μέσα από την οποία αναδείχτηκαν πολλοί αξιόλογοι «ερασιτέχνες» ηθοποιοί («εμπειρικούς» τους λέω εγώ) και καλές φιλίες. Σταμάτησε για κάποια χρόνια και αναβίωσε πέρυσι… αλλά ο κορονοϊός μας άλλαξε τα σχέδια. Οι θεατρικές ομάδες που υπάρχουν σε κάθε νομό και πόλη είναι ένας από τους ποιο σημαντικούς πυλώνες του πολιτισμού στην περιφέρεια. Τα οφέλη που απορρέουν από αυτές τις ομάδες στην κοινωνία είναι μεγάλα, καθώς και μεγάλη η κουβέντα για τη δράση τους, τα προβλήματα και η έλλειψη υποστήριξής τους από την Πολιτεία και τους φορείς. Εδώ μου δίνεται η ευκαιρία να εκφράσω ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στα Δ.Σ. των θεατρικών ομάδων της Ζαχάρως και της Μεγαλόπολης, που τόσα χρόνια με εμπιστεύονται ως σκηνοθέτη τους. Δύο ομάδες με πολύ καλό θεατρικό υλικό, με ανθρώπους γεμάτους μεράκι, δύναμη, ταλέντο, αγάπη για το θέατρο και τον πολιτισμό.
- Τι σας άφησε η σύντομη ενασχόληση με την πολιτική; Θα το ξαναδοκιμάζατε;
Αν κάθε πράξη μας είναι πολιτική, τότε χαριτολογώντας λέω ότι και η πολιτική είναι μια θεατρική πράξη. Η ιδεολογία, η αντιπαράθεση, η σύγκρουση, πράγματα αναγκαία για έναν πολιτικό φορέα, διαχωρίζουν όμως τους ανθρώπους. Και η τέχνη έχει συγκρούσεις, δεν είναι στο απυρόβλητο, αλλά στο τέλος πάντα ενώνει. Ομως και η πολιτική και η τέχνη είναι αναγκαίες δράσεις. Αρκεί η πολιτική να αποκτήσει τα πνευματικά αισθητήρια της τέχνης και η τέχνη να μπορεί να γίνεται πολιτική πράξη με την έννοια της εξελικτικής διαμόρφωσης των ανθρώπων και της κοινωνίας. Ανήκω σε μια γενιά και σε μια οικογένεια με έντονη πολιτική δράση. Δεν μπορώ να ξεφύγω από αυτό. Πάντα συμμετέχω σε πολιτικές διαδικασίες. Συνήθως στα μετόπισθεν, κριτικά και εποικοδομητικά. Είναι χρέος του καθένα μας, να έχουμε πολιτική σκοπιά. Ο δρόμος μου είναι η τέχνη. Αυτόν αγαπώ. Αυτόν διαλέγω. Από αυτόν αντλώ χαρά. Ομως, ίσως, με κατάλληλους ανθρώπους σε κατάλληλες συνθήκες να ξαναδοκίμαζα. Δεν ξέρω…
- Από το σημερινό σας πόστο στο Τμήμα Αδειών Παραμονής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, έρχεστε σε επαφή με μετανάστες και πρόσφυγες. Πόσο σας έχει αλλάξει αυτή η καθημερινότητα;
Θα μιλήσω πρώτα ποιητικά και υπαρξιακά. Μετανάστες και πρόσφυγες είμαστε όλοι σ’ αυτόν τον κόσμο. Ποιος είναι από δω; Ποιος θα μείνει για πάντα εδώ; Κανένας.
Πολιτικά, όμως, το πρόβλημα το μεταναστευτικό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα. Ας δούμε αυτό το πρόβλημα στη βάση του. Γιατί φεύγουν αυτοί οι άνθρωποι από τα μέρη τους; Ποιοι τους διώχνουν; Ποιοι δημιουργούν πολέμους και δυστυχίες; Οταν οι ισχυροί της γης σταματήσουν να συμπεριφέρονται σαν παγκόσμιοι νταβατζήδες, τότε αυτός ο πλανήτης θα ευημερήσει. Ομως φταίμε και εμείς… με αυτούς που ψηφίζουμε. Για κάθε παγκόσμια αθλιότητα ο καθένας μας έχει και ένα μικρό βαθμό ευθύνης. Η επαφή μου με τους μετανάστες με έκανε πιο ανθρώπινο. Ολοι όσοι ερχόμαστε λόγω εργασίας σε επαφή με μετανάστες και πρόσφυγες, καθημερινά αγωνιούμε να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στον Νόμο και στον Ανθρωπο. Είναι δύσκολος αγώνας.
- Τι ετοιμάζετε τώρα, όσον αφορά το συγγραφικό σας έργο;
Εχω εκδώσει 7 ποιητικές συλλογές, ένα δοκίμιο, ένα μυθιστόρημα και 11 θεατρικά έργα, που τα περισσότερα έχουν ανέβει σε θεατρικές σκηνές. Αυτό το διάστημα ετοιμάζω ένα βιβλίο με όλα μου τα θεατρικά συγκεντρωμένα, και μια νέα ποιητική συλλογή με 100 ποιήματα που έχω γράψει τα τελευταία χρόνια.
- Πέρα από την τέχνη, τι άλλο αγαπάτε στη ζωή;
Αγαπώ τα όμορφα καθημερινά πράγματα. Να νιώθω τη ζωή. Να γεύομαι το χρόνο που περνάει και δεν ξαναγυρίζει. Να δίνω μέρος από τον προσωπικό χρόνο μου στους γονείς μου, στις αδελφές μου, στ’ ανίψια μου. Να πίνω καφέ με τους φίλους μου. Να κάνω βόλτες στη θάλασσα, στο βουνό, ταξίδια με τη Νατάσα τη σύντροφό μου. Ιδιαίτερα μου αρέσει να πηγαίνω στα κτήματα των προγόνων μου να ασχολούμαι με αγροτικές εργασίες. Να κλαδεύω, να μαζεύω ελιές, να μπολιάζω δέντρα, να μαζεύω χόρτα… Να πηγαίνω στα μέρη που έζησα παιδί. Με συγκινεί πολύ η φύση, τα χωράφια, τα αιώνια βουνά, τα λεγόμενα κοντοβούνια όπου βοσκούσαμε με τον παππού μου τα αιγοπρόβατά του. Εχω τις καλύτερες παιδικές αναμνήσεις από το χωριό μου… Νιώθω πολλές φορές 3 άνθρωποι μαζί. Ενας χωρικός ξεχασμένος μέσα στα ποτάμια και στα χωράφια. Ενας μικροαστός με μια δουλειά γραφείου στην ωραία πόλη Καλαμάτα, να μεταλαμβάνω τη θάλασσά της. Ενας συγγραφέας, γραφιάς, που ζει σ’ έναν φανταστικό κόσμο, σε εκείνον τον κόσμο που δημιουργεί η λογοτεχνία, σε έναν κόσμο που συχνά κατοικώ. Πώς συμβιβάζονται όλα αυτά μαζί; Δεν ξέρω… όμως μ’ αρέσει.
- Τι στόχους έχετε θέσει για τη νέα χρονιά από το πόστο της Πανελλήνιας Ενωσης Λογοτεχνών;
Η Πανελλήνια Ενωση Λογοτεχνών (ΠΕΛ) είναι ένα από τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά σωματεία στη χώρα. Εκπροσωπούμε πάνω από 400 λογοτέχνες σε όλη τη χώρα. Είμαι στο Δ.Σ. στις θέσεις του εφόρου και του υπεύθυνου δημοσίων σχέσεων από το 2014. Είναι μεγάλη τιμή και μεγάλη ευθύνη για μένα. Εχουμε, νομίζω, δημιουργήσει ένα σημαντικό έργο τα τελευταία χρόνια τόσο υπό την προεδρία του πανεπιστημιακού Τάσου Λέρτα όσο και με τη νέα μας δραστήρια πρόεδρο Αγγελική Ψακή-Κωβαίου. Ο κορονοϊός σταμάτησε τις δράσεις σε πολλά πολιτιστικά σωματεία. Ετσι και στο δικό μας. Ομως συνεχίζουμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε, και ιδιαίτερα να συνεχίσουμε τους καθιερωμένους εδώ και 45 χρόνια πανελλήνιους διαγωνισμούς μας.
- Πιστεύετε στο Θεό;
Πιστεύω σ’ ένα Θεό που δεν γνωρίζω… Γράφω σ’ ένα ποίημά μου πως «μόνο οι φανατικοί γνωρίζουν το Θεό». Ειρωνεία βέβαια. Ποιος ξέρει το Θεό; Αν υπάρχει Θεός, σίγουρα δεν είναι μουσουλμάνος, βουδιστής ή χριστιανός. Αυτές είναι ταμπέλες που του έχουν βάλει οι άνθρωποι από άγνοια ή από συμφέρον και τον υποτιμούνε. Ο Θεός είναι κάτι πολύ παραπάνω από όλα αυτά… Αχρονος, ακατανόητος, ατελεύτητος. Πνεύμα, Λόγος και νοήμον χάος, Παν και όλον, όπως έλεγαν οι σοφοί αρχαίοι πρόγονοι. Βέβαια και Αγάπη. Σε αυτόν το Θεό πιστεύω. Τον Αθρησκο, Αγαπημένο.
- Να κλείσουμε μ’ ένα στίχο σας αυτή τη συνέντευξη;
Από το ποίημα “Η νάκα”: “Περπατώ στους ελαιώνες του καλοκαιριού / φορώντας τα σανδάλια του Ερμή / εκτεθειμένος στ’ αγκάθια της εμπειρίας. / Ξάπλωσα κάτω από την μεγάλη Ελιά, / όπου η μάνα μου με κρέμαγε στη νάκα / όταν θέριζε το χωράφι. / Ο ήχος των παιδικών μου χρόνων. / Ο κοσμικός ήχος της ζωής / των τόσων καλοκαιριών που έζησα, της ερμηνείας των ερώτων ο ήχος / και της ψυχής μου το τρυφερό χορτάρι. / Ο ήχος των αναμνήσεων, και εκείνων που αγάπησα, ο ήχος”…