Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ
Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ
Σαν σήμερα το 480 π.Χ....
Γράφει η Ιρενε Πετρακακη
Από φεις μπουκ
Όταν ο Ξέρξης κατέβαινε ορμητικά στα νότια μετά την προδοσία στη μάχη των
Θερμοπυλών, οι Αθηναίοι ζήτησαν χρησμό από το Μαντείο των Δελφών.
Η Πυθία και οι ιερείς τούς προειδοποίησαν για μεγάλη συμφορά, για
λεηλασίες, για εμπρησμούς, καταστροφές και θάνατο.
Δεν ήταν οι Πέρσες
παίξε-γέλασε. Και για να πείσουν τους Αθηναίους έφερναν ως απόδειξη τα
θεϊκά σημάδια στα αγάλματα που «ίδρωναν» και το «μαύρο αίμα» που έτρεχε
στους ελληνικούς ναούς, προφητεύοντας τη ματαιότητα κάθε αντίστασης και
συμβουλεύοντας τη φυγή. Έτρεμαν, προφανώς, τα περσικά αντίποινα και,
ίσως, ενδιαφέρονταν κιόλας για τα προνόμια που πάντα κέρδιζαν τα
μηδίζοντα ιερατεία.
Όταν διαβάζω τη διήγηση του Ηροδότου για τις προφητείες του μαντείου των
Δελφών εκείνες τις ημέρες, ο νους μου πηγαίνει στις προφητείες του
Πατριαρχείου των Βυζαντινών: «ήτανε θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει» και
τα σχετικά.
Οι Αθηναίοι όμως του 5ου π.Χ. αιώνα, που δεν το είχαν σκοπό να
εγκαταλείψουν την πόλη τους, απογοητεύτηκαν και ζήτησαν άλλον χρησμό,
ηπιότερο: «ουδέ σφέας χρηστήρια φοβερά ελθόντα εκ Δελφών και ες δείμα
βαλόντα έπεισε εκλιπείν την Ελλάδα» λέει ο Ηρόδοτος. Το μαντείο τότε
αναγκάστηκε να μιλήσει για «ξύλινο τείχος», το μόνο σωτήριο και απόρθητο,
και για τη «Θεία Σαλαμίνα» που θα γινόταν αιτία να χάσουν οι μάνες τα παιδιά
τους όταν θα ξεκινούσε ο θερισμός ή η νέα σπορά.
Οι γεροντότεροι ερμήνευσαν τον χρησμό με την προστασία της Ακρόπολης
καθώς υπήρχε παλαιότερα εκεί ένας ξύλινος φράχτης. Άλλοι πάλι έλεγαν ότι ο
θεός εννοούσε τα ξύλινα πλοία. Αλλά, ποιος ήταν γραφτό να χαθεί στη
Σαλαμίνα; Οι Αθηναίοι ή οι Πέρσες; Πωω! Τι φοβεροί, τι λοξοί αυτοί οι
χρησμοί του Απόλλωνα!
Ευτυχώς τότε ο Θεμιστοκλής ο γιος του Νεοκλέους έπιασε αμέσως το νόημα.
Οι παμπόνηροι και εφευρετικοί ιερείς, που έδιναν πάντα χρησμούς
διφορούμενους για να μη διακινδυνεύουν τη φήμη τους, αναφέρθηκαν στη
Σαλαμίνα διότι ήταν εμφανές και προβλέψιμο πως η σύγκρουση θα γινόταν
εκεί κοντά. Η «θεία Σαλαμίνα» είτε θα τιμωρούσε τον εχθρό είτε θα τιμωρούσε
τους ασεβείς Αθηναίους που δεν υπάκουσαν στον χρησμό του μαντείου.
Ο δαιμόνιος στρατηγός όμως δεν είχε αμφιβολία. Την Αθήνα θα την έσωζαν
τα διακόσια κωπήλατα πολεμικά ημερόπλοια, οι ξακουστές αθηναϊκές τριήρεις
που είχαν ναυπηγηθεί χάρη στην επιμονή του, λίγο καιρό πριν τη δεύτερη
περσική επίθεση, όταν είχαν βρει στο Λαύριο τη νέα φλέβα αργύρου. Τότε ο
Θεμιστοκλής είχε διδάξει στους συμπολίτες του ένα ύψιστο μάθημα
φιλοπατρίας: τους είχε πείσει να μην ενεργήσουν ιδιοτελώς μοιραζόμενοι τα
κέρδη, αλλά να διαθέσουν τα έσοδα στην αμυντική θωράκιση και στη
ναυπήγηση σύγχρονου πολεμικού στόλου με γνώμονα το μακροπρόθεσμο
συμφέρον της πόλης τους. Και το τελικό αποτέλεσμα τον δικαίωσε
πανηγυρικά. Διότι, την 22α Βοηδρομιώνος του 1ου έτους της 75ης
Ολυμπιάδος, δηλαδή κατά τα τέλη Σεπτέμβρη του 480 π.Χ., «οὔθ’ Ἕλλησιν
οὔτε βαρβάροις ἐνάλιον ἔργον εἴργασται λαμπρότερον».
Τραβηγμένες οι αθηναϊκές τριήρεις μαζί με τον συμμαχικό στόλο στην
παραλία της Κυνόσουρας, είχαν πίσω τους τη Σαλαμίνα και έβλεπαν τα
εχθρικά πλοία στις απέναντι ακτές της Αττικής και στ' ανοιχτά του Πειραιά.
Ένα τέχνασμα του Θεμιστοκλή κινητοποίησε γρηγορότερα τον περσικό στόλο
που ξεκίνησε την επίθεση από τα ανατολικά καθώς «νυξ εχώρει». Το
ξημέρωμα βρήκε τον Θεμιστοκλή να εύχεται για άνεμο βορειοδυτικό ώστε να
μπορέσουν οι τριήρεις του να πιάσουν την ταχύτητα εμβολισμού. Καθώς τα
περσικά πλοία πλησίαζαν, ο Αίολος έστειλε επιτέλους τον μαΐστρο του. Και
τότε σχίστηκε ο αγέρας και αντιλάλησαν οι γύρω βράχοι από τον φοβερό
παιάνα: «Ω παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδ’, ελευθερούτε δε
παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων νυν υπέρ
πάντων αγών».
H ναυμαχία έγινε στο στενό θαλασσινό πέρασμα μεταξύ του όρους Αιγάλεω,
της Κυνόσουρας και της Ψυττάλειας. Στον περιορισμένο αυτό χώρο, τα
δυσκίνητα πλοία του Ξέρξη έμειναν ανοργάνωτα ενώ ο κλυδωνισμός τους
από τον άνεμο τα έφερε σε περιστροφή, με τα πλαϊνά τους μέρη εκτεθειμένα
στα τρομερά έμβολα των ελληνικών πολεμικών. Καθώς οι μικρομεγέθεις και
ευέλικτες αθηναϊκές τριήρεις διαμορφώθηκαν ταχύτατα σε ευθεία, επέτρεψαν
στο πλήρωμα να εμβολίσει τα εχθρικά σκάφη με αριστοτεχνικές κινήσεις στα
αδύνατα σημεία τους. Οι απολύτως οργανωμένες και υπολογισμένες κινήσεις
του ενωμένου ελληνικού ναυτικού, οι στηριγμένες στο σχέδιο του ευφυούς και
τολμηρού Αθηναίου στρατηγού, η αυτοθυσία των Αθηναίων πολιτών πάνω
στα πλοία τους, στα «ξύλινα τείχη» της σωτηρίας, και η αίσθηση του χρέους
για αγώνα υπέρτατο, ήταν οι καταλυτικοί παράγοντες της κοσμοϊστορικής
νίκης.
Τι θα είχε συμβεί, άραγε, αν οι Αθηναίοι είχαν δειλιάσει; Και πώς θα είχε
εξελιχθεί η ιστορία αν οι αθηναϊκές τριήρεις είχαν ηττηθεί από τον περσικό
στόλο; Τι θα σήμαινε για την ιστορία των ελληνικών μητροπόλεων η υπαγωγή
τους στη δικαιοδοσία του Μ. Βασιλέως της Ασίας και η μετατροπή τους σε
περσική σατραπεία με υποτέλεια φόρου και εκμετάλλευση της οικονομίας
τους από μια ασιατική ιμπεριαλιστική δύναμη; Τι θα σήμαινε για την πορεία
του νεαρού, τότε, δημοκρατικού πολιτεύματος και τη συμμετοχή του πολίτη
στα κοινά ο πολιτικός έλεγχος από μια αυτοκρατορία; Τι θα σήμαινε για την
παρρησία του λόγου, την ανάπτυξη του ελεύθερου φιλοσοφικού στοχασμού,
τη διαλεκτική και τη ρητορική τέχνη, για όλη εκείνη την κοσμοθεωρία και την
αισθητική της κλασσικής αρχαιότητας;
Οι Σαλαμινομάχοι φυσικά, ούτε που φαντάζονταν ότι η θαρραλέα τους
αντίσταση έμελλε να προδικάσει τη συγκυρία εκείνη που έδωσε ισχυρό
προβάδισμα στην πόλη τους και την κατέστησε «Ελλάδος παίδευσιν»
προκαθορίζοντας πολιτισμικά την Ευρώπη. Ήξεραν πως αγωνίζονταν για την
ελευθερία τους και για τα πατρογονικά ιερά τους. Μισόν αιώνα αργότερα, ο
Περικλής του Ξανθίππου θα θύμιζε στους συμπολίτες του το κρίσιμο στοιχείο
της δύναμής τους: «μέγα γὰρ τὸ τῆς θαλάσσης κράτος...» (Θουκ. Ι 143, 5)
Η επέτειος της ιστορικής ναυμαχίας πρέπει να τιμάται ως ημέρα εθνικής
γιορτής και εποικοδομητικού στοχασμού. Για να υπενθυμίζει ότι η άριστη
τεχνογνωσία, όταν υποστηρίζεται από ικανές ηγετικές μορφές, ευψυχία,
συνεργατικό πνεύμα και δημοκρατικά δομημένη πολιτική συνείδηση, κάνει
απρόσμενα «θαύματα».





