Η αξία των λογοτεχνικών διαγωνισμών και βραβείων
( Μέρος της ομιλίας ως οργανωτικός πρόεδρος του 36 λογοτεχνικού διαγωνισμού της Πανελλήνιας Ενωσης Λογοτεχνών )
..Έχουν γραφτεί πολλά ως απαντήσεις στην ερώτηση «γιατί πρέπει να υπάρχουν λογοτεχνικοί διαγωνισμοί και βραβεία;» Έχουν αναρωτηθεί κάποιοι (κρατώντας δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα) μια αρνητική στάση, μήπως όλα αυτά είναι ματαιοδοξίες και ιδιοτελείς εκφάνσεις ανθρώπων που επιθυμούν την προβολή, την αναγνώριση και την πρόσκαιρη δόξα.
Για να αναλύσουμε αυτές τις απόψεις θα χρειαζόταν ώρα πολλή και μάλλον αυτά θα μπορούσαν να ήταν θέματα ενός λογοτεχνικού συνεδρίου.
Θα θέσω όμως την εξής ερώτηση: «Αν δεν υπήρχαν οι λογοτεχνικοί διαγωνισμοί και τα βραβεία, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα για τη λογοτεχνία, για τους λογοτέχνες και γι’ αυτούς που καταπιάνονται με τη διαδικασία της γραφής;». Η προσωπική μου απάντηση είναι και βέβαια ΟΧΙ, οι λογοτεχνικοί διαγωνισμοί είναι μια πραγματικότητα πολιτιστικής δράσης. Αποτελούν αφορμή για επαφή, ενθαρρύνουν και αναδεικνύουν ανθρώπους είτε είναι λογοτέχνες, είτε γίνονται αργότερα λογοτέχνες.
Οι διαγωνισμοί αυτοί βραβεύουν το συγκεκριμένο έργο ανθρώπων, σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, με συγκεκριμένους κριτές και συγκεκριμένες συνθήκες, και όχι την συνολική αξία και δράση των δημιουργών.
Αυτό σημαίνει ότι δεν μειώνεται καθόλου η αξία αυτών που δεν πέτυχαν στον συγκεκριμένο διαγωνισμό.
Η συνολική αξία του καθενός στη λογοτεχνία φαίνεται στο μέλλον, πέρα από κριτικές επιτροπές και λογοτεχνικούς διαγωνισμούς.
Όμως, νομίζω ότι αξίζει να συμμετέχει κάποιος σε έναν λογοτεχνικό διαγωνισμό, έστω και αν δεν πάρει βραβείο. Ως μια κατάσταση εμπειρίας, έκθεσης, επικοινωνίας, δημοσίευσης και ψυχολογικής δοκιμής. Οι αξιόπιστοι και σοβαροί λογοτεχνικοί διαγωνισμοί αποτελούν μια ξεχωριστή καλλιτεχνική δράση, που βοηθάει την λογοτεχνική παραγωγή, εξελίσσει τη γνώση, διαπαιδαγωγεί και στηρίζει την πνευματική αναβάθμιση της κοινωνίας.
« Η λογοτεχνία είναι η απόδειξη πως η ζωή δεν είναι αρκετή» έλεγε ο Πεσόα. Αν είναι έτσι ίσως γι’ αυτό γράφουμε, γι’ αυτό ασχολούμαστε με την λογοτεχνική διαδικασία, για να δημιουργούμε νέους κόσμους και νέες ζωές. Ισως και γι’ αυτό συμμετέχουμε σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, για να αντλούμε επικοινωνία και χαρά.
Οι λογοτεχνικοί διαγωνισμοί στηρίζουν την λογοτεχνία, και όπως έλεγε και ο Γκαίτε «η ακμή και η παρακμή της λογοτεχνίας είναι σημάδι ακμής ή παρακμής ενός έθνους».
Μην ξεχνάμε πώς ο Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός είναι ένας πολιτισμός που στηρίζεται στους αγώνες. Οι θρησκευτικές, οι εορταστικές, οι μουσικές, οι αθλητικές εκδηλώσεις των αρχαίων είναι «αγωνιστικές» τόσο σε τοπικό όσο και σε πανελλήνιο επίπεδο.
Ο Ηράκλειτος αποδέχεται αυτή την τάση του Ελληνικού πολιτισμού θεωρώντας ότι η «διαμάχη» ( και σε επίπεδο διαγωνισμού ) εξελίσει το ανθρώπινο πνεύμα, και έχει ως συνέπεια την αναγνώριση της τιμής ( αξίας ) του άνθρωπου-πολίτη και ότι τα βραβεία ανοίγουν δρόμους για το «αέναον κλέος», την αιώνια δόξα.
Από την άλλη μεριά, τα βραβεία δεν είναι η θριαμβολογία και το τέλος μιας προσπάθειας, αλλά η αρχή μιας προσπάθειας για να πλησιάσουμε τον ουσιαστικό λόγο. Άρα όσοι βρισκόμαστε εδώ σήμερα δεν είμαστε νικητές του Λόγου (ο Λόγος είναι μεταφυσικό φαινόμενο και δεν μπορεί να νικηθεί), εδώ είμαστε ως υπηρέτες του λόγου.
Ο βαθύτερος σκοπός της λογοτεχνίας είναι το «Εδιζησάμηνεμεωυτόν»=διερεύνησα τον εαυτό μου λέει ο παππούς Ηράκλειτος, «Γνώθι σ’ αυτόν» είπε αργότερα ο Σωκράτης.
Ο βαθύτερος σκοπός της λογοτεχνίας είναι να επεκτείνουμε την όποια γνώση αποκομίσαμε και να την μεταδώσουμε στους άλλους. Ο βαθύτερος σκοπός της λογοτεχνίας είναι να γίνει αφορμή για ένα καλύτερο μέλλον για τις γενιές που θα ακολουθήσουν. Δηλαδή η γνώση μας όχι μόνο να αναδημιουργήσει εμάς τους ίδιους αλλά να εξελίξει πνευματικά τον κόσμο προς την Αριστοτελική Αγαθότητα και τελεολογία.
Αν δεν έχουμε καμία διάθεση και όρεξη για όσα ειπώθηκαν και δεν κάνουμε καμιά προσπάθεια προς αυτές τις κατευθύνσεις, τότε (η προσωπική μου άποψη είναι) πως δεν πρέπει να ασχολούμαστε με αυτό που λέμε λογοτεχνία.
Κάτι δυσαρμονικό συμβαίνει μέσα μας και πρέπει να το δούμε…
Η λογοτεχνία υπάρχει γιατί υπηρετεί το φως και αυτό δεν είναι ρομαντισμός. Η λογοτεχνία είναι η κβαντική ταλάντωση του πνεύματος που διαπερνά την ύλη, έχει ως αυθεντικό εκπρόσωπό της στη γήινη διάσταση το ανθρώπινο ον, και όσοι πιστεύουν ότι την εκπροσωπούν πρέπει και να το αποδεικνύουν.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ
Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι και αγαπητές φίλες.
Σας καλωσορίζω και γώ με τη σειρά μου και εύχομαι να έχουμε μια ουσιαστική και ψυχαγωγική διαδικασία.
Πρώτα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο της Π.Ε.Λ., τον Πανεπιστημιακό Καθηγητή και σκηνοθέτη Τάσο Λέρτα καθώς και τους συναδέλφους μου στο Δ.Σ. που μου εμπιστεύτηκαν την φετινή διοργάνωση και απονομή των λογοτεχνικών βραβείων του 36ου διαγωνισμού της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Βέβαια δεν θα μπορούσα να οργανώσω τίποτα μόνος μου αν δεν είχα την πολύτιμη βοήθεια των μελών του Δ.Σ. και ιδιαίτερα του Γραμματέα Παπακωνσταντίνου Ηλία, του Αντιπροέδρου Νίκου Ταβουλάρη και της Εφόρου Αγγελικής Κωβαίου. Τους ευχαριστώ θερμά.
Είμαι αναγκασμένος και όσο σύντομα μπορώ, ν’ αρχίσω από τα διαδικαστικά. Να πω λίγα λόγια δηλαδή για το πώς φτάσαμε ως εδώ.
Ο 36ος διαγωνισμός αφορούσε 4 είδη του λόγου, Ποίηση – Μυθιστόρημα – Δοκίμιο – Παραμύθι. Μετά από τη δημοσίευσή του ήρθαν στην ΠΕΛ τα έργα των συμμετεχόντων ταχυδρομικώς.
Κάθε έργο στάλθηκε σε πέντε δακτυλογραφημένα αντίτυπα με ψευδώνυμο στο πάνω μέρος. Στον μεγάλο φάκελο υπήρξε και ένας μικρότερος – κλειστός φάκελος που μέσα σ’ αυτόν βρίσκονταν τα προσωπικά στοιχεία του διαγωνιζόμενου. Η συμμετοχή ήταν μεγάλη από όλη τη χώρα και την Κύπρο.
Τα έργα μοιράστηκαν στις πενταμελείς Κριτικές Επιτροπές και τα αποτελέσματα βγήκαν με διαφάνεια και εγκυρότητα, όπως όφειλαν.
Τα μέλη των Κριτικών Επιτροπών (που δεν γνώριζαν ο ένας τη συμμετοχή του άλλου) έκαναν μια ουσιαστική και πολύτιμη εργασία, διέθεσαν ώρες και μέρες αφιλοκερδώς και πάντα με γνώμονα την αγάπη τους για την λογοτεχνία και τη συμβολή τους στην πολιτιστική ζωή του τόπου μας.
Να ευχαριστήσω λοιπόν τα μέλη των επιτροπών αρχίζοντας από το Παραμύθι, τους λογοτέχνες κυρία Χριστίνα Αγρογιάννη, Βούλγαρη Μαίρη, Τζούμα Αριάδνη και τις ηθοποιούς – σκηνοθέτες Έλσα Σταυρίδου και Έλενα Στρατή.
Στο Δοκίμιο να ευχαριστήσω τους λογοτέχνες Γεωργίου Κωνσταντίνο – Λάππα Άγγελο – Τομανίδη Χρήστο – Μούσα Κωνσταντίνο και Αντριανή Γεωργία.
Στο Μυθιστόρημα να ευχαριστήσω τους λογοτέχνες Αντριά Παύλο – Βέλη Γιάννη – Τσιτσίμη Γιάννη – Ψαρή Τζίνα.
Τέλος στην Ποίηση να ευχαριστήσω τους λογοτέχνες Ταβουλάρη Νίκο – Παπακωνσταντίνου Ηλία – Κωβαίου Βασιλική – Μέλιο Ηλία και Ελένη Αράπη.
Να μην ξεχάσω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την σοπράνο Μαρία Τσώνη και την μουσικό Φιλοθέη Μαστέα που θα μας χαρίσουν σήμερα ένα αξιοπρόσεκτο δείγμα της τέχνης τους με 4 τραγούδια από το «Μεγάλο ερωτικό» του Μάνου Χατζιδάκη.
Τέλος να ευχαριστήσω όλους τους υπόλοιπους που βοήθησαν στο διαγωνισμό, τους συμμετέχοντες, τους βραβευθέντες και όλους εσάς που βρίσκεστε σήμερα εδώ.
Ας αρχίσουμε λοιπόν τη διαδικασία των βραβεύσεων και όπως λέει ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος « Αυτά που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια για ν’ανοίξουμε την Πόρτα…»
..Έχουν γραφτεί πολλά ως απαντήσεις στην ερώτηση «γιατί πρέπει να υπάρχουν λογοτεχνικοί διαγωνισμοί και βραβεία;» Έχουν αναρωτηθεί κάποιοι (κρατώντας δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα) μια αρνητική στάση, μήπως όλα αυτά είναι ματαιοδοξίες και ιδιοτελείς εκφάνσεις ανθρώπων που επιθυμούν την προβολή, την αναγνώριση και την πρόσκαιρη δόξα.
Για να αναλύσουμε αυτές τις απόψεις θα χρειαζόταν ώρα πολλή και μάλλον αυτά θα μπορούσαν να ήταν θέματα ενός λογοτεχνικού συνεδρίου.
Θα θέσω όμως την εξής ερώτηση: «Αν δεν υπήρχαν οι λογοτεχνικοί διαγωνισμοί και τα βραβεία, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα για τη λογοτεχνία, για τους λογοτέχνες και γι’ αυτούς που καταπιάνονται με τη διαδικασία της γραφής;». Η προσωπική μου απάντηση είναι και βέβαια ΟΧΙ, οι λογοτεχνικοί διαγωνισμοί είναι μια πραγματικότητα πολιτιστικής δράσης. Αποτελούν αφορμή για επαφή, ενθαρρύνουν και αναδεικνύουν ανθρώπους είτε είναι λογοτέχνες, είτε γίνονται αργότερα λογοτέχνες.
Οι διαγωνισμοί αυτοί βραβεύουν το συγκεκριμένο έργο ανθρώπων, σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, με συγκεκριμένους κριτές και συγκεκριμένες συνθήκες, και όχι την συνολική αξία και δράση των δημιουργών.
Αυτό σημαίνει ότι δεν μειώνεται καθόλου η αξία αυτών που δεν πέτυχαν στον συγκεκριμένο διαγωνισμό.
Η συνολική αξία του καθενός στη λογοτεχνία φαίνεται στο μέλλον, πέρα από κριτικές επιτροπές και λογοτεχνικούς διαγωνισμούς.
Όμως, νομίζω ότι αξίζει να συμμετέχει κάποιος σε έναν λογοτεχνικό διαγωνισμό, έστω και αν δεν πάρει βραβείο. Ως μια κατάσταση εμπειρίας, έκθεσης, επικοινωνίας, δημοσίευσης και ψυχολογικής δοκιμής. Οι αξιόπιστοι και σοβαροί λογοτεχνικοί διαγωνισμοί αποτελούν μια ξεχωριστή καλλιτεχνική δράση, που βοηθάει την λογοτεχνική παραγωγή, εξελίσσει τη γνώση, διαπαιδαγωγεί και στηρίζει την πνευματική αναβάθμιση της κοινωνίας.
« Η λογοτεχνία είναι η απόδειξη πως η ζωή δεν είναι αρκετή» έλεγε ο Πεσόα. Αν είναι έτσι ίσως γι’ αυτό γράφουμε, γι’ αυτό ασχολούμαστε με την λογοτεχνική διαδικασία, για να δημιουργούμε νέους κόσμους και νέες ζωές. Ισως και γι’ αυτό συμμετέχουμε σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, για να αντλούμε επικοινωνία και χαρά.
Οι λογοτεχνικοί διαγωνισμοί στηρίζουν την λογοτεχνία, και όπως έλεγε και ο Γκαίτε «η ακμή και η παρακμή της λογοτεχνίας είναι σημάδι ακμής ή παρακμής ενός έθνους».
Μην ξεχνάμε πώς ο Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός είναι ένας πολιτισμός που στηρίζεται στους αγώνες. Οι θρησκευτικές, οι εορταστικές, οι μουσικές, οι αθλητικές εκδηλώσεις των αρχαίων είναι «αγωνιστικές» τόσο σε τοπικό όσο και σε πανελλήνιο επίπεδο.
Ο Ηράκλειτος αποδέχεται αυτή την τάση του Ελληνικού πολιτισμού θεωρώντας ότι η «διαμάχη» ( και σε επίπεδο διαγωνισμού ) εξελίσει το ανθρώπινο πνεύμα, και έχει ως συνέπεια την αναγνώριση της τιμής ( αξίας ) του άνθρωπου-πολίτη και ότι τα βραβεία ανοίγουν δρόμους για το «αέναον κλέος», την αιώνια δόξα.
Από την άλλη μεριά, τα βραβεία δεν είναι η θριαμβολογία και το τέλος μιας προσπάθειας, αλλά η αρχή μιας προσπάθειας για να πλησιάσουμε τον ουσιαστικό λόγο. Άρα όσοι βρισκόμαστε εδώ σήμερα δεν είμαστε νικητές του Λόγου (ο Λόγος είναι μεταφυσικό φαινόμενο και δεν μπορεί να νικηθεί), εδώ είμαστε ως υπηρέτες του λόγου.
Ο βαθύτερος σκοπός της λογοτεχνίας είναι το «Εδιζησάμηνεμεωυτόν»=διερεύνησα τον εαυτό μου λέει ο παππούς Ηράκλειτος, «Γνώθι σ’ αυτόν» είπε αργότερα ο Σωκράτης.
Ο βαθύτερος σκοπός της λογοτεχνίας είναι να επεκτείνουμε την όποια γνώση αποκομίσαμε και να την μεταδώσουμε στους άλλους. Ο βαθύτερος σκοπός της λογοτεχνίας είναι να γίνει αφορμή για ένα καλύτερο μέλλον για τις γενιές που θα ακολουθήσουν. Δηλαδή η γνώση μας όχι μόνο να αναδημιουργήσει εμάς τους ίδιους αλλά να εξελίξει πνευματικά τον κόσμο προς την Αριστοτελική Αγαθότητα και τελεολογία.
Αν δεν έχουμε καμία διάθεση και όρεξη για όσα ειπώθηκαν και δεν κάνουμε καμιά προσπάθεια προς αυτές τις κατευθύνσεις, τότε (η προσωπική μου άποψη είναι) πως δεν πρέπει να ασχολούμαστε με αυτό που λέμε λογοτεχνία.
Κάτι δυσαρμονικό συμβαίνει μέσα μας και πρέπει να το δούμε…
Η λογοτεχνία υπάρχει γιατί υπηρετεί το φως και αυτό δεν είναι ρομαντισμός. Η λογοτεχνία είναι η κβαντική ταλάντωση του πνεύματος που διαπερνά την ύλη, έχει ως αυθεντικό εκπρόσωπό της στη γήινη διάσταση το ανθρώπινο ον, και όσοι πιστεύουν ότι την εκπροσωπούν πρέπει και να το αποδεικνύουν.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ
Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι και αγαπητές φίλες.
Σας καλωσορίζω και γώ με τη σειρά μου και εύχομαι να έχουμε μια ουσιαστική και ψυχαγωγική διαδικασία.
Πρώτα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο της Π.Ε.Λ., τον Πανεπιστημιακό Καθηγητή και σκηνοθέτη Τάσο Λέρτα καθώς και τους συναδέλφους μου στο Δ.Σ. που μου εμπιστεύτηκαν την φετινή διοργάνωση και απονομή των λογοτεχνικών βραβείων του 36ου διαγωνισμού της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Βέβαια δεν θα μπορούσα να οργανώσω τίποτα μόνος μου αν δεν είχα την πολύτιμη βοήθεια των μελών του Δ.Σ. και ιδιαίτερα του Γραμματέα Παπακωνσταντίνου Ηλία, του Αντιπροέδρου Νίκου Ταβουλάρη και της Εφόρου Αγγελικής Κωβαίου. Τους ευχαριστώ θερμά.
Είμαι αναγκασμένος και όσο σύντομα μπορώ, ν’ αρχίσω από τα διαδικαστικά. Να πω λίγα λόγια δηλαδή για το πώς φτάσαμε ως εδώ.
Ο 36ος διαγωνισμός αφορούσε 4 είδη του λόγου, Ποίηση – Μυθιστόρημα – Δοκίμιο – Παραμύθι. Μετά από τη δημοσίευσή του ήρθαν στην ΠΕΛ τα έργα των συμμετεχόντων ταχυδρομικώς.
Κάθε έργο στάλθηκε σε πέντε δακτυλογραφημένα αντίτυπα με ψευδώνυμο στο πάνω μέρος. Στον μεγάλο φάκελο υπήρξε και ένας μικρότερος – κλειστός φάκελος που μέσα σ’ αυτόν βρίσκονταν τα προσωπικά στοιχεία του διαγωνιζόμενου. Η συμμετοχή ήταν μεγάλη από όλη τη χώρα και την Κύπρο.
Τα έργα μοιράστηκαν στις πενταμελείς Κριτικές Επιτροπές και τα αποτελέσματα βγήκαν με διαφάνεια και εγκυρότητα, όπως όφειλαν.
Τα μέλη των Κριτικών Επιτροπών (που δεν γνώριζαν ο ένας τη συμμετοχή του άλλου) έκαναν μια ουσιαστική και πολύτιμη εργασία, διέθεσαν ώρες και μέρες αφιλοκερδώς και πάντα με γνώμονα την αγάπη τους για την λογοτεχνία και τη συμβολή τους στην πολιτιστική ζωή του τόπου μας.
Να ευχαριστήσω λοιπόν τα μέλη των επιτροπών αρχίζοντας από το Παραμύθι, τους λογοτέχνες κυρία Χριστίνα Αγρογιάννη, Βούλγαρη Μαίρη, Τζούμα Αριάδνη και τις ηθοποιούς – σκηνοθέτες Έλσα Σταυρίδου και Έλενα Στρατή.
Στο Δοκίμιο να ευχαριστήσω τους λογοτέχνες Γεωργίου Κωνσταντίνο – Λάππα Άγγελο – Τομανίδη Χρήστο – Μούσα Κωνσταντίνο και Αντριανή Γεωργία.
Στο Μυθιστόρημα να ευχαριστήσω τους λογοτέχνες Αντριά Παύλο – Βέλη Γιάννη – Τσιτσίμη Γιάννη – Ψαρή Τζίνα.
Τέλος στην Ποίηση να ευχαριστήσω τους λογοτέχνες Ταβουλάρη Νίκο – Παπακωνσταντίνου Ηλία – Κωβαίου Βασιλική – Μέλιο Ηλία και Ελένη Αράπη.
Να μην ξεχάσω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την σοπράνο Μαρία Τσώνη και την μουσικό Φιλοθέη Μαστέα που θα μας χαρίσουν σήμερα ένα αξιοπρόσεκτο δείγμα της τέχνης τους με 4 τραγούδια από το «Μεγάλο ερωτικό» του Μάνου Χατζιδάκη.
Τέλος να ευχαριστήσω όλους τους υπόλοιπους που βοήθησαν στο διαγωνισμό, τους συμμετέχοντες, τους βραβευθέντες και όλους εσάς που βρίσκεστε σήμερα εδώ.
Ας αρχίσουμε λοιπόν τη διαδικασία των βραβεύσεων και όπως λέει ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος « Αυτά που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια για ν’ανοίξουμε την Πόρτα…»