theatro h

Παρακαταθήκη του Ρήγα Φλώρου για τα παλιά πανηγύρια και τους παλιούς οργανοπαίχτες της Μεσσηνίας

 Το ποιο σημαντικό σε αυτό το αφιέρωμα είναι η μνημόνευση των παλαιών οργανοπαιχτών που ίσως να γίνεται για πρώτη φορά. Ένας φόρος τιμής στους Μεσσήνιους λαϊκούς καλλιτέχνες των περασμένων δεκαετιών, όπου ο πατέρας μου ο Ρήγας έπαιξε , συνεργάστηκε ή ήξερε. Αξίζει να διαβάσετε τα ονοματά τους καθώς και τις ιστορίες των παλαιών πανηγυριών. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στο KALAMATA JOURNAL και στον Σταύρο Μαρτίνο που εμπνεύστηκε το θέμα από το βιβλίο του Ρήγα ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ και δημιούργησε αυτό το άρθρο.

«ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ… ΓΑΜΟΙ – ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ»  


“...ήταν όμως τότε άλλα πανηγύρια, με άλλο τρόπο, με άλλο κέφι…” Για τα παλιά, τα παραδοσιακά πανηγύρια στα χωριά της Μεσσηνίας, καταθέτει την παρακαταθήκη του ο Ρήγας Φλώρος, μια μαρτυρία από τις εμπειρίες της ζωής του, έναν κατάλογο με τα ονόματα των παλιών οργανοπαιχτών και τραγουδιστών της Μεσσηνίας, φωτογραφίες από παλιά πανηγύρια και οργανοπαίχτες. Όλα αυτά και άλλα εξαιρετικά ενδιαφέροντα και συγκινητικά παρουσιάζονται στο βιβλίο του Ρήγα Φλώρου “Εμείς οι παλιοί… Γάμοι - Πανηγύρια και ιστορίες λαογραφίας”. Είναι μια σημαντική προσφορά για να διατηρηθεί η μνήμη του λαϊκού πολιτισμού σχετικά με τις χαρές των ανθρώπων της υπαίθρου. 



“Με λένε Ρήγα Φλώρο. Το όνομά μου το πήρα από τον αδελφό της μάνας μου από το Χρύσοβα. Τελείωσα το Δημοτικό στο χωριό μου (σ.σ. Παλαιόκαστρο, “Ξηροκάσι” παλιότερα). Για πολλούς λόγους δεν προχώρησα παραπέρα για γράμματα. Έτσι έμεινα κοντά στους γονείς μου και εξαναγκαστικώς μπήκα στο λούκι της αγροτιάς. Ζευγάρωσα αγελάδες, άλογα και γαϊδουράκια για να οργώσω και όργωνα χωράφια, έσπερνα κούκλες, σιτάρι, έσκαβα αμπέλια, φύλαγα και πρόβατα και γαλόπουλα, κότες, χοιρινά. Έμαθα και φλογέρα” σημειώνει στο βιβλίο του ο συγγραφέας, που αργότερα έπαιζε στα πανηγύρια κλαρίνο. 

Ας δούμε πως ασχολήθηκε με το κλαρίνο: “...το 1953 ήμουν 18 χρονών (...) Τότε είχα και ένα μπάρμπα που έπαιζε κλαρίνο για λίγο διάστημα, έφυγε από το χωριό και παντρεύτηκε στο Κουτήφαρι, ο μπάρμπα Χρήστος ο μακαρίτης. Σήμερα υπάρχει ο γιος του Κώστας Φλώρος. “Κράτα το κλαρίνο” μου λέει “εγώθα ασχοληθώ επαγγελματικά”, έτσι άρχισα να φυσάω χωρίς να γνωρίζω τίποτα. Έπαιζα καλογερίστικα κάτι τραγουδάκια, στραβού διαόλου που λέμε, αλλά τα αγάπησα και μου άρεσε πολύ αυτό το όργανο από τότε που ήμουν 15 χρονών. Επήγαινα στο πανηγύρι στο Κουτήφαρι, εκεί άκουσα τα κλαρίνα, το ζουρνά, το Μουγγό, το Βυζντάκα το Λια και τελευταία τον Κοσμόπουλο, ότι πρόλαβα, έφυγαν”.

Είναι πολύ ωραία η περιγραφή που κάνει ο Ρήγας Φλώρος για τις καλοκαιρινές δουλειές και πως κατά τη διάρκειά τους το έριχναν οι άνθρωποι στο τραγούδι και τη μουσική: “Τότε οι χωριανοί τα βράδια του  Αυγούστου μαζεύονταν και ξεφύλαγαν κούκλες (καλαμπόκια) στα αλώνια του χωριού, οι γυναίκες ξαίνανε μαλλιά στα σπίτια πότε στο ένα πότε στο άλλο, εγώ με το κλαρίνο τους ακλουθούσα με τραγούδια που έλεγαν και στο τέλος χόρευαν. Εκεί ερχόταν και ο μπάρμπα Νίκος ο Τσίφας κάπου - κάπου με το βιολάκι του από το Κουτήφαρι ελέγαμε κανά τραγουδάκι…”


Ο Ρήγας Φλώρος περιγράφει το πως πήγε πρώτη φορά σε πανηγύρι να παίξει κλαρίνο: “Μια μέρα ήρθε στο σπίτι μου ο μπάρμπα Γιώργης ο Μουγγός που ήταν μουσικός και μου λέει: «Άκου Ρήγα σε θέλω να έρθεις και θα πάμε μαζί να παίξουμε στο πανηγύρι στη Κουλουκάδα». «Τι λες μπάρμπα-Γιώργη εγώ δεν ξέρω δεν έχω βγει στο επάγγελμα τώρα μου άφησε ο μπάρμπας μου ο Χρήστος το κλαρίνο». «Ξέρεις ρε» μου λέει, «μη φοβάσαι είμαι εγώ με το δικό μου κλαρίνο και το βιολί, δεν είναι τίποτα. Έλα θα πάρεις θάρρος και θα γίνεις καλός». Από δω, από κει, τελικά του έταξα αλλά φοβισμένα, γιατί τότε άρχιζα να παίζω...

Βέβαια έπαιζα στο χωριό μου κλαρίνο. Τα βράδια ξεφύλλιζαν κούκλες, (καλαμπόκι), μαζευόμασταν και τραγούδαγαν οι μεγάλοι, οι γυναίκες έξαιναν μαλλιά, τραγουδούσαν και αυτές και χόρευαν. Σε καμιά γιορτή ερχόταν ο μπάρμπα - Νίκος ο Τζίφας από το Κουτήφαρι με το βιολί του και μου έδειχνε πράγματα σχετικά με τη μουσική. (Πήγα σε αρκετά πανηγύρια και γάμους μαζί με τον αδελφό του Θανάση Τζίφα, λαουτέρη, και Αντώνη).

 

Εδώ όμως βρέθηκα εντός επαγγέλματος με τον μπάρμπα - Γιώργη μπροστά σε ξένο κόσμο. Στο πρώτο μου πανηγύρι ως κλαριντζής στην Κουλουκάδα επάνω από το Κεφαλόβρυσο, 26 Οκτωβρίου 1955. Να μην τα πολυλογούμε παίξαμε, αν και είχα αρκετούς φόβους τα ψιλοκατάφερα, με βοήθησε ο μπάρμπα- Γιώργης με ορμήνευσε πάνω στο κλαρίνο.

Παίξαμε θυμάμαι (όταν σχόλασε η εκκλησία στο προαύλιο) από 10 η ώρα έως το βράδυ. Δύο ώρες, διακοπή το μεσημέρι για φαγητό. Χόρεψαν μέχρι να νυχτώσει. Πιο πέρα υπήρχε φως στο μαγαζί, σέρβιρε λουκούμι διάφορο. Τα όργανα μπορούσε όποιος ήθελε να τα πάρει σπίτι του για χορό, ο κάθε νοικοκύρης”.

Η λαϊκή παράδοση των πανηγυριών

Από τα πιο ενδιαφέροντα μέρη του βιβλίου είναι η περιγραφή που κάνει ο Ρήγας Φλώρος για τα παλιά πανηγύρια: “Ποτέ δεν σκέφτηκα να γίνω επαγγελματίας, αλλά όταν παίρνεις στο χωριό σου σε μια γιορτή (γάμο - πανηγύρι) ένα βιολί και ένα λαούτο να σε βοηθήσουν, πρέπει να πας και εσύ στο δικό τους. Έτσι ξετυλίγεται το κουβάρι και σου κολλάει το μικρόβιο και όταν γλυκαίνεσαι και στα λεφτά, μπαίνεις στο κύκλωμα και τα μαθαίνεις όλα με την πάροδο των χρόνων και αποκτάς πείρα και μάθηση στα τραγούδια. Τραγούδια υπάρχουν πολλά και χωρίζονται σε κατηγορίες. Τα παραδοσιακά, τα συρτά, τα τσάμικα, τα νησιώτικα τα ηπειρώτικα, θρακιώτικα ανατολίτικα. Αυτά που μπορούν να τα παίξουν τα παραδοσιακά όργανα, το κλαρίνο, το βιολί, το σαντούρι, το λαούτο. Τα καθιστικά τραγούδια του τραπεζιού, του γάμου, τις μαντινάδες, τα αργά, τα γρήγορα, τα κλέφτικα, τους μπάλους τους νησιώτικους, τους αμανέδες, τους εκκλησιαστικούς ήχους, πρώτος, δεύτερος, πλάγιους, τροπάρια της Μεγάλης εβδομάδας, τα ζεϊμπέκικο, τα χασαποσέρβικα. Ό,τι μπορείς να τραγουδάς, τα βάζεις επάνω στο όργανο σου. Η μουσική είναι πνεύμα και αγαλλίαση και όταν μπεις βαθιά στα πράγματα, στο πνεύμα της, δεν μπορείς να την αποχωριστείς γιατί πια ευχαριστιέσαι ο ίδιος. Αρκεί να έχεις υπομονή μέχρι να την μάθεις. Έτσι μιλάς με το όργανο σου. Όταν έμαθα κάπως καλά θα έλεγα, γνώρισα και στα γύρω χωριά, ποιο τραγούδι ήθελε ο καθένας να χορέψει στους συγγενείς, φίλους χωριανούς. Ο ένας μου πάταγε το μάτι, και ο άλλος μου το ψιθύριζε, ή κάποιος γέρος 70-80ρης έλεγε και μονάχος του κάποιο παλιό τραγούδι που έλεγε στα νιάτα του. Έτσι μεταδίδονταν τα τραγούδια, ο ένας στον άλλον. Κανά γραμμόφωνο της εποχής εκείνης, κάνα μπαούλο ράδιο άρχισε να βγαίνει στο χωριό και για αυτό γράφω παρακάτω.

 

Κι όταν κέρναγε κάποιος συγγενής που γινόταν το πανηγύρι του χωριού του, ήξερε και ήταν έτοιμος να δεχτεί συγγενείς και φίλους ακάλεστους. Είχαν από το βράδυ κάνει κουμάντο γίδα βραστή και γουρνοπούλα σπιτίσια. Το κάθε σπίτι μπορεί να είχε 30-40 άτομα. Τόσος πολύ κόσμος. Το μεσημέρι καθόντουσαν όλοι στα τραπέζια έτρωγαν (συνήθως την παραδοσιακή σούπα) έπιναν, τραγουδούσαν και χαίρονταν.

Τότε πήγαιναν και με πεζοπορία με άλογα και με γαϊδουράκια οι κοντοχωριανοί. Τα όργανα παίζαμε από το πρωί όταν σχόλαγε η εκκλησιά μέχρι το μεσημέρι. Το απόγευμα αρχίζαμε νωρίς. Από τις 5 η ώρα που έβγαινε ο κόσμος έξω, μέχρι που θα φώταγε την άλλη μέρα στο χωριό. Επειδή είχε ήλιο υπήρχαν πάντα μέχρι σήμερα μεγάλα ή άλλα δέντρα με βαθύ ίσκιο. Στο χωριό Πουλίτσι, στο χωριό Ράδου, στο χωριό Κουτήφαρι, στη Τριφυλία, τοΛατζονάτο, στο Καλογερέσι, στο Δάρα, το πανηγύρι ήταν όλη την ημέρα. Στο Ξηροκάσι το πανηγύρι γινότανε κάτω από μια μεγάλη συκιά που υπάρχει ακόμη.

 

Όταν νύχτωνε άναβε ο κάθε μπακάλης τι συτιλήνη και αργότερα τα λουξ. Σε μερικά χωριά ήταν 2 κομπανίες όργανα, όπως στου Ράδου είχε όργανα ο Παναγιώτης ο Ματσούκας (δεν υπάρχει σήμερα) στο πλάτανο τη βρύση και ο μπάρμπα-Λιάς ο Κόκκαλης (υπάρχει το παιδί του ο παπά - Σταύρος). Στο χωριό Μάνεσι δουλεύανε τα κλαρίνα όλη νύχτα. Στην αρχή γράφονταν για τη σειρά που θα χόρευε η κάθε παρέα για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις. Είχαν πολλούς νέους και νέες που άμα δε χορεύανε δε φεύγανε. Πολλές φορές είχαμε διπλό χορό, εκεί λοιπόν έπαιζαν οι φλογισμένες ματιές των νέων. Καθένας μπορούσε να μαντέψει τι θα γινόταν στα όργανα. Τα πρώτα κοιτάγματα, χαμόγελα, αγγίγματα στο χορό.

Επλήρωναν και άνθρωποι που δεν τους γνωρίζαμε. Έριχναν 10-20-50-100 δραχμές «Γεια χαρά στις έμορφες» και άλλα τσάμικα. Τα όργανα έπιαναν πολλά λεφτά στο μέσο της νυκτός. Όταν τελείωνε η σειρά όλοι τότε γίνονταν ένα. Άιντε τα τελειώσει το πανηγύρι. Δεν τελείωνε.

Στο Πουλίτσι στου Νίκου του Νικολόπουλου φώτισε η άλλη μέρα βάρεσε ο ήλιος και ακόμη χόρευαν. Έτσι γλεντάγανε τότε. Δένονταν στο πανηγύρι. Οι νέοι εκεί ερχόταν σε επαφή, γίνονταν συνοικέσια, αρραβώνες, γάμοι, γνωριζόταν ο κόσμος. Βέβαια κουραζόμασταν και πιο πολύ από το σήμερα εμείς οι οργανοπαίκτες. Πολλές φορές πηγαίναμε 2 κλαρίνα μαζί με τον μπάρμπα-Λιά τον Κρόμπα και με τον Θεόδωρο Κρόμπα γιατί δεν έβγαινε με ένα κλαρίνο η νύχτα.

Πολλά πανηγύρια είχαν κόντρες μέσα στο χωριό που ήταν 2 ζυγές όργανα. Ποιος μπακάλης να δουλέψει περισσότερο, ποιος θα πάρει πολύ κόσμο, ποιος καλά όργανα. Μετά αρχίζανε και βγαίναμε τα μικρόφωνα.

Βέβαια χάλαγαν πολλά πανηγύρια λόγω καιρικών συνθηκών. Λόγω θανάτων. Κάποτε παίξαμε στο Ράδου με τον μπάρμπα-Γιώργη το Μουγγό το μεσημέρι στον πλάτανο. Τότε μαθαίνουμε πως κοιμήθηκε ο συγχωρεμένος πάπα-Σιαραβάνος. Χτύπησε η καμπάνα χάλασε το πανηγύρι. Μας πήρε ο μπάρμπα-Παναγιώτης ο Τσούκαλος ή Αγγελόπουλος στο σπίτι του και εκεί κάναμε πανηγύρι τη νύχτα.

Δεν παραξηγάνε. Στο σπίτι του ο καθένας μπορούσε να γλεντήσει. Είχε ο κόσμος ανάγκη από γλέντι τότε. Το γλέντι και ο θάνατος μαζί.

Μετέπειτα τα πανηγύρια πολιτικοποιήθηκαν με πάθος κρυφό. Εμείς και άλλοι οργανοπαίχτες πήραμε αρκετά λεφτά με το τραγούδι του «τέως» και με το τραγούδι του “Παπαδόπουλου”. Βέβαια παίζουμε και τραγούδια της αριστεράς όπως τα “Σαράντα παλικάρια”, το θεωρούσαν αριστερό τραγούδι, ενώ ήταν ένα παλιό δημοτικό. Υπάρχουν πολλά γεγονότα και παρατράγουδα αλλά δεν θα πω γι’ αυτά. Εν αξίζει τον κόπο. Άνθρωποι με πάθη υπάρχουν παντού. Έτσι ήταν και τα πανηγύρια τότε. Πέρασαν μετά μεγάλη κρίση, γιατί έφυγαν οι νέοι για το εξωτερικό και πολλά χωριά έμειναν έτσι, χωρίς γλέντια. Σήμερα πάει ο καθένας με το αυτοκίνητό του στο πανηγύρι. Άλλαξαν τα πράγματα… Οι διάφοροι σύλλογοι προσπαθούν να τα ανανεώσουν. Θα έλεγα ότι υπάρχει μεγάλη άνθιση και φούντωση. Τα πανηγύρια πια είναι οργανωμένα. Ωραίες πλατείες, υπάρχουν πολλοί καλοί μουσικοί, ο κόσμος χορεύει χωρίς σειρές και τέτοια. Δεν υπάρχουν αντιπαλότητες. Υπάρξει εξέλιξη. Είναι πιο πολιτισμένα. Βέβαια καμία φορά σκέφτομαι εκείνο το παλιό τρόπο που έζησα εγώ στα πανηγύρια. Ήταν παλιός αλλά ήταν και ρομαντικός. Είχε και αυτός τη χάρη του”.  

 

Φόρος τιμής στους παλιούς οργανοπαίχτες

To 2003 με πρωτοβουλία του Συλλόγου της Αετοφωλιάς και του προέδρου του Παρασκευά Δημητρακόπουλου πραγματοποιήθηκε εκδήλωση τιμής για τους παλιούς οργανοπαίχτες. Ο Ρήγας Φλώρος γράφει στο βιβλίο του για την εκδήλωση αυτή: 

“Συνάντηση παλιών παραδοσιακών οργανοπαικτών στην Αητοφωλιά Μεσσηνίας

Ο Παρασκευάς Δημητρακόπουλος Πρόεδρος του συλλόγου του χωριού του, Αητοφωλιά. Έψαξε και μας βρήκε όλους τους κοντοβουνίσιους οργανοπαίκτες και μας προσκάλεσε στο χωριό του, όσοι έχουμε απομείνει παίξαμε τα κλαρίνα μας και μας έδωσε αναμνηστικά μετάλλια παράσιμα στον καθένα μας αφού πήγαμε και φωτογραφίες μας και ότι είχαμε ο καθένας από γάμους και πανηγύρια. Μας έδειξε ντοκυμαντέρ, μετάλλια έδωσε και σε κάποιους που είχαν φύγει από τη ζωή, εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο Παρασκευάς είχε και αξιόλογους συνεργάτες και ένας από αυτούς ήταν ο Χρήστος Ρέππας που ήταν αστυνομικός, μας μίλησε για πολλά πράγματα για τη γιορτή εκείνη. Ακολουθούσαν Πάνος Κοσμόπουλος, δάσκαλος και Δημήτριος Μουγγός, καθηγητής από το χωριό Κεφαλόβρυσο,

Θέλουμε να τους ευχαριστήσουμε για την αξέχαστη συναυλία που έμεινε ιστορική σε όλα τα κοντοβουνίσια χωριά και σε πολλούς ανθρώπους για τη μεγάλη γιορτή και φιλοξενία.

Κλαρίνα                                                      Χωριά

Ρήγας Φλώρος                                            Παλαιόκαστρο

Γεώργιος Αναστασόπουλος                         Κεφαλόβρυσο

Κώστας Κοσμόπουλος                                Μάρκενα Βουτένης

Κώστας Σκρεπετός                                               Κεφαληνού

Κρόμπας Ηλίας και Θεόδωρος                     Κορομηλιά

Γεώργιος Αναστασόπουλος                         Κοντογόνη

Θεόδωρος Θεοδωρόπουλος, βιολί, φλογέρα Βούτενα

Παναγιοτόπουλος, φλογέρα                         Κουτήφαρι

Κώστας Καλογερόπουλος                                     Αριστομένη

Νίκος Ντιάνος

Ο Ρήγας Φλώρος παραθέτει στο βιβλίο του ονόματα των παλιών οργανοπαιχτών που θυμάται: 

Οι συνάδελφοί του από το Σύλλογο Καλαμάτας Αλληλοβοήθεια Μουσικών, όπως τους καταγράφει ο συγγραφέας, είναι: 

Γεώργιος Μουγγός, βιολί-κλαρίνο, Κεφαλόβρυσος Μεσσηνίας

Νίκος Τζιάνος, λαούτο, Αριστομένης

Τζιάνος, βιολί

Καλογερόπουλος Νίκος, βιολί ή …

Αντώνης, Σαντούρι

Θανάσης, λαούτο, Κουτήφαρι

Σκορδάκης, βιολί, Χωματάδα Πυλίας

Καστελιώτης, βιολί, Χωματά Πυλίας

Δρακειώτης Πούλος, βιολί, Βελίκα Μεσσήνης

Ανδρινόπουλος Λάμπρος, λαούτο, Ρεματιά Μεσσηνίας

Κώστας Μητσέας, βιολί, ηχητικά, Καλαμάτα, Μάνη

Κακλαμάνος Γιάννης, ντραμς, Ανδρούσα Μεσσηνίας

Χελάς Γεώργιος, τραγούδι, Καλαμάτα

Φιλόπουλος Παναγιώτης, μπουζούκι

Φωφώ Ροξάκη, τραγούδι εξ Αθηνών

Νίκος Ηλιόπουλος, βιολί

Κώστας Τσολάκος, λαούτο, Δολούς Μάνης

Τσολάκος Γεώργιος, βιολί

Αναστασόπουλος Γεώργιος, κλαρίνο, Άνω Κοντογόνι

Αυτουλάς Γεώργιος, Μπουζούκι

Μπαρούνης Παναγιώτης, βιολί

Νίκος Απόσ/λος Γλυκοπενίας, βιολί

Φώτης Τσούκλερης, τύμπανο

Νίκος Κούβελας Ασίκης, κιθάρα, Κορώνη Πυλίας

Γιάννης Σπανόπουλος, ακορντεόν, Ανδρούσα Μεσσηνίας

Αντώνης Μπούνας, λαούτο, Καλαμάτα

Παναγιώτης Μαυροειδής, μπουζούκι, Καλαμάτα

 *Συνεργάστηκα με όλα τα σχήματα εναλλάξ πάντοτε, με τον τραγουδιστή και φίλο του εχτές και σήμερα Νίκο Μητσέα, σημειώνει ο Ρήγας

Για τους οργανοπαίχτες της πιο παλιάς εποχής που “έφυγαν” ο συγγραφέας καταγράφει τους εξής: 

Γιάννης Πατριαρχέας, βιολί, Καλαμάτα

Μιχαλόπουλος Παναγιώτης, τραγούδι, Λυκότραφο Μεσσηνίας

Ηλίας Μαυρέας, τραγούδι, Καλαμάτα

Θρασύβουλος, τραγούδι, Καλαμάτα

Καραμπότσος, σαντούρι, Καλαμάτα

Γιάννης Αντωνέος, τραγούδι, Αρφαρά Μεσσηνίας

Τσόπελας, τραγούδι, Φλεσσιάδα Τριφυλίας

Συνάδελφοι στο κλαρίνο και άλλοι:

Ηλίας Αναστασόπουλος (βύζανταγκας), Κεφαλόβρυσος Μεσσηνίας

Γεώργιος Μουγγός, Κεφαλόβρυσος Μεσσηνίας

Φώτης Παγάνης, Βούταινα Μεσσηνίας

Ζούρας, Πελεκανάδα Μεσσηνίας

Σπανοθανάσης, Χρυσοφόρα Μεσσηνίας

Χρήστος Φλώρος, Παλαιόκαστρο Μεσσηνίας

Γιώργος Φλώρος Ξυνογιώργης

Στάθης Τσούτσιας, Ψάρι

Γιαλαμάς, Μέλπεια Μεσσηνίας

Αυτοί που συνεργάστηκα και υπάρχουν μέχρι σήμερα

Παπαδόπουλος Τάκης, μπουζούκι, Καλαμάτα

Τζίμης Αναγνώστου, μπουζούκι

Γεώργιος Αντωνέος μπουζούκι Αρφαρά

Βασίλης Αντωνέος, μπουζούκι

Νίκος Καραμπίνης, μπουζούκι

Ηλίας Τσώνης, μπουζούκι

Νίκος Λαϊνάς, μπουζούκι

Νίκος Λουκάκος, μπουζούκι (δεν συνεργ.) Χρυσοφόρα Μεσσηνίας

Γεώργιος Κορκονέας, ακορντεόν, ηχητικά

Σάκης Ασημακόπουλος, κιθάρα, ηχητικά

Ασημάκης Λιάβαρης, αρμόνιο, τραγούδι, ηχητικά

Βασιλόπουλος Παναγιώτης, αρμόνιο

Ηλίας Μακρής, τραγούδι

Ελένη, τραγούδι, Τουρκολέκας Αρκαδίας

Ν. Πουλόπουλος, τραγούδι

Μαρία Μπ/λα, τραγούδι

Θεοδωρίδου, τραγούδι

Γιώτα, τραγούδι

Βίκη, τραγούδι

Γεώργιος και Νίκος Καμπουγέρης, βιολί, κιθάρα, τραγούδι, Βέργα Καλαμάτας

Νίκος Μητσέας, τραγούδι

Πλάτωνας, μπουζούκι, τραγούδι

Θεόδωρος Κρόμπας, βιολί, Κορομηλιά

Γιώργης, αρμόνιο, Αρφαρά Μεσσηνίας

Οι οργανοπαίχτες και οι τραγουδιστές που μνημονεύει ο Ρήγας είναι όσους ήξερε και συνεργάστηκε στα χωριά της Μεσσήνης και της περιοχής γύρω από την Καλαμάτα. Σίγουρα υπάρχουν και άλλοι στην περιοχή της Πυλίας, της Τριφυλίας, της Μάνης, του Ταϋγέτου που δεν τους γνώρισε και δεν έπαιζαν μαζί.

Του Στ.Μ.


Πηγή KalamataJournal

theatro

 

3

Η εξέλιξη της τέχνης

Η συγγραφή, η υποκριτική και η σκηνοθεσία κάτω από το πρίσμα της βιωματικής εμπειρίας, συντελούν σε αυτό το σκοπό.

1

Η μεταφυσική του θεάτρου

Το μυστήριο του θανάτου και της ζωής. Αυτό το μυστήριο γινόταν ως ένα βαθμό φανερό μέσα από ιεροτελεστικά δρώμενα, όπου ήταν και οι πρώτοι στενοί συγγενείς του θεάτρου.
2

Εμψύχωση βιωματικών ομάδων

Εμψυχωτής είναι κάποιος που εμψυχώνει οποιονδήποτε άνθρωπο ή ομάδα για να δράσει με περισσότερη επιτυχία σε κάτι, που δίνει θάρρος, ελπίδα και συμπόνια που παρακινεί και κατανοεί.
4

Άρθρα που έχουν δημοσιευθεί

Ετυμολογικά η λέξη ποίηση (όπως γνωρίζεται) προέρχεται από το ρήμα «ποιέω-ποιώ». Το «ποιώ» είναι η διπλή αδελφή όψη του ρήματος «πρήσσω- πράσσω- πράττω»..

Επικοινωνία

 

6945768633
vasflo100@yahoo.gr