theatro h

Ποίηση και μεταφυσική

Να ευχαριστήσω θερμά τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ενωσης Λογοτεχνών (ΠΕΛ) Νίκο Ταβουλάρη και για την Εύα Φραγκιαδάκη για την πρόσκληση. Έπειτα να ευχαριστήσω ακόμα όλους εσάς που βρίσκεστε σήμερα εδώ για να με ακούσετε.
Το θέμα που θα εξετάσουμε και θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε είναι η ποίηση και η μεταφυσική. Ενοείται βέβαια ότι η ομιλία δεν αφορά την αγγλική, «μεταφυσική ποίηση του 17 αιώνα», όπως έχει ονομαστεί, αλλά την ευρύτερη και βαθύτερη σχέση αυτών των εννοιών και κατά πόσο η σχέση αυτή μοιάζει αντιφατική ή αμοιβαία.
Κάθε λέξη έχει πίσω της μια πατρίδα. Ένα σύνολο ενεργειών από το οποίο αναδύεται. Ετυμολογικά η λέξη ποίηση (όπως γνωρίζεται) προέρχεται από το ρήμα «ποιέω-ποιώ». Το «ποιώ» είναι η διπλή αδελφή όψη του ρήματος «πρήσσω- πράσσω- πράττω». Το ρήμα «ποιώ» (όπως υποστηρίζει και ο Δημήτρης Μαρωνίτης) εξισώνεται σημειολογικά με το «τεύχω» δηλαδή γεννώ. Άρα αν θέλουμε να βγάλουμε ένα ωφέλιμο συμπέρασμα μπορούμε να πούμε ότι η ποίηση είναι μια γέννα σ’ αυτό τον κόσμο, με την οποία πράττουμε και κατασκευάζουμε έναν νέο κόσμο και αυτό επειδή κάθε τι που γεννιέται, γεννάει αυτόματα με την πράξη του ένα δικό του κόσμο.
Η γέννηση αυτού που χαρακτηρίζεται ως ποίηση έρχεται από πολύ παλιά με τη μορφή του ομηρικού έπους, της διονυσιακής λατρείας και της αρχαίας τραγωδίας, συναντώντας τους νεότερους, σύγχρονους και πολλαπλούς λογοτεχνικούς ορισμούς της ποίησης.
Τώρα η λέξη μεταφυσική (όπως λένε οι γλωσσολόγοι) προήλθε από τον τρόπο με τον οποίο κατέταξε τα έργα του Αριστοτέλη ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος περίπου το 70π.Χ. Μετά τα «φυσικά συγγράμματα» ενέταξε την «πρώτη Φιλοσοφία» του Αριστοτέλη που ερευνούσε την αρχή και την αιτία των όντων. Μετά την φυσική λοιπόν, έρχεται η «μεταφυσική». Βέβαια ως έρευνα η μεταφυσική προϋπήρχε. Οι Έλληνες προσωκρατικοί φιλόσοφοι έθεσαν ερωτήματα για τις αρχές και τις αιτίες των πραγμάτων καθώς και φιλόσοφοι από την ανατολή όπως ο Λάο Τσε, ο Κομφούκιος και άλλοι. Η έρευνα για τα όντα, για την ουσία του κόσμου, για το νόημα της ύπαρξης του ανθρώπου και για την ύπαρξη ή όχι του θεού αποτελούν πεδία μεταφυσικής. Τα πεδία αυτά στηρίζονται σε τρεις βασικούς πυλώνες. Στη φιλοσοφία, στην θρησκεία και στην τέχνη.
Τα τρία αυτά ρεύματα της ανθρώπινης σκέψης μπορεί να φαίνονται διαφορετικά, ίσως και αντίθετα μεταξύ τους. Όμως οι έννοιες αυτές είναι αλληλοσυμπληρούμενες και συνθέτουν το μεταφυσικό πεδίο, γιατί και η φιλοσοφία η θρησκεία και η τέχνη ερευνούν το «αιώνιο είναι» των πραγμάτων.
Όσον αφορά την τέχνη πρωτεργάτης αυτής της έρευνας μοιάζει νομίζω η ποίηση. Η ποίηση επεκτείνει την μεταφυσική της ρίζα στην φιλοσοφία και ταυτόχρονα παράγει ένα αίσθημα θρησκευτικότητας χωρίς να πιστεύει σε καμια θρησκεία, σε κανένα δόγμα, σε καμία συγκεκριμένη φιλοσοφία.
Η ποιητική μεταφυσική δεν έχει όρια και εξαρτήσεις. Δεν περιορίζεται όπως η φιλοσοφία στο φιλοσοφικό σύστημα και στην ενοιοκρατία.
Δεν περιορίζεται όπως η θρησκεία στο δόγμα και στην πίστη. Η ποίηση δεν δημιουργεί έριδες, προστριβές και διαμάχες όπως αυτές ξεσπουν ανάμεσα στην θρησκεία και στην φιλοσοφία. Η ποίηση διαπερνά τα φιλοσοφικά και θρησκευτικά δόγματα, μετασχηματίζει την θρησκευτική και φιλοσοφική πίστη σε μια παραστατική, μεταφορική και συμβολική ιερότητα.
Η ποιητική μεταφυσική συμφωνεί με την μεταφυσική της φύσης. Έχουν και οι δυο την έννοια της μετάλλαξης.
Γιατί κάθε τι στην φύση μεταλλάσσεται, η ύλη μετασχηματίζεται. Δεν καταστρέφεται πλήρως αλλά μετατρέπεται σε μια άλλη μορφή ενέργειας. Έτσι και η ποίηση μεταλάσεται και μεταλλάσσει. Μετατρέπει σε συμβολικές μορφές ενέργειας τόσο την φιλοσοφία όσο και την θρησκεία. Στοχεύει στην καρδιά του μεταφυσικού προβληματισμού στην αθανασία των πραγμάτων.
Γιατί αυτές οι μετεξελίξεις και μεταλλάξεις δεν έχουν τέλος, είναι διαφορετικά επίπεδα ύπαρξης και αντίληψης. Με αυτή την λογική ακόμα και ο θάνατος γίνεται στάδιο εξέλιξης και μετάβασης σε κάτι που δεν γνωρίζουμε.
Η ιδέα της αθανασίας ανθίζει (πραγματικά ελεύθερη και χωρίς δογματισμούς) μόνο στην ποίηση. Η ποίηση βέβαια με την σειρά της προσπαθεί ν’ ανθίσει σ’ ένα πεδίο κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό που συνήθως αρνείται κάθε μεταφυσική προσέγγιση.
Οι σύγχρονες κοινωνίες προσπαθούν να ξεπεράσουν αυτό που ονομάζουμε «μεταφυσική». Προσπαθούν ν’ αποτινάξουν από τα γυαλιστερά σεντόνια του καταναλωτισμού και του ηδονισμού κάθε τι που μπορεί να θυμίζει την μοίρα των ανθρώπων και την τελική τους πορεία. Οι σύγχρονες κοινωνίες δεν ασχολούνται με την προβληματική του θανάτου, με το τέλος της γήινης ύπαρξης και όταν αυτό συμβαίνει εξυπηρετεί συνήθως άλλους σκοπούς. Τα δελτία ειδήσεων είναι γεμάτα με αριθμούς θανάτων και νεκρολογίες. Πόνοι, βάσανα, δυστυχίες φόνοι, πόλεμοι κλπ. προβλήματα κάνουν καθημερινά παρέλαση στα διεθνή δυτικά ΜΜΕ ως κοινωνικά, φυσιολογικά αίτια και αμέσως αποσύρονται στοιβαγμένα στην σκοτεινή σπηλιά της ανθρώπινης σκέψης. Ο θάνατος είναι χρήσιμος για τον σημερινό μας πολιτισμό όταν πουλάει όταν γύρω από αυτόν μπορούν να στήσουν τρελό χορό, εταιρίες και συμφέροντα. Μια ατελείωτη αλυσίδα από επαγγέλματα και επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται το ιερό γεγονός του θανάτου, ζουν από αυτό προβάλλοντας το ταυτόχρονα με μια επιδερμική διάθεση αφαιρώντας του κάθε ηθική και πνευματική αξία.
Ο θάνατος για τις σημερινές κοινωνίες είναι εμπόρευμα που καταναλώνεται εύκολα, που λειτουργεί για να στηρίζει τον καθημερινό και υλικό τρόπο ζωής και συμπεριφοράς.
Παράλληλα ο θάνατος στο συλλογικό ασυνείδητο των σύγχρονων κοινωνικών (όταν παύει να είναι δεδομένο αγοράς και εκμετάλλευσης) απωθείται βίαια. Οι κοινωνίες μας φοβούνται να μιλήσουν για κάτι που θα συμβεί σε όλους μας.
Μαθαίνουμε από μικροί να ζούμε με τρόπο λες και δεν θα πεθάνουμε ποτέ. Μας μαθαίνουν (εκπαίδευση, κοινωνία πολιτεία) να συμπεριφερόμαστε λες και θα είμαστε σε αυτή τη γη αιώνιοι. Να συσσωρεύουμε παλεύουμε και δημιουργούμε συνεχείς προϋποθέσεις μιας άσπλαχνης υλικότητας.
Η ορθολογική επιστημονική σκέψη, οι ιδεολογίες, κόμματα, κρατικοί μηχανισμοί, κοινωνικοί και θεσμοί μας μαθαίνουμε να γινόμαστε άπληστοι ηδονιστές και καταναλωτές. Μας μαθαίνουν να μην χορταίνουμε. Αυτή την στιγμή υπάρχουν περιουσίες ανθρώπων που είναι ίσες με τα πλούτη μιας χώρας. Οι άνθρωποι αυτοί συνεχώς συσσωρεύουν αμύθητα πλούτη με ανήθικους τρόπους ενώ ξέρουν ότι κάποτε θα πεθάνουν.
Άρα τίποτα δεν θα πάρουν μαζί τους, όμως δεν μπορούν να σταματήσουν γιατί οι κοινωνίες (μέσα στις οποίες ζουν) τους έμαθαν συνεχώς να τζογάρουν. Να τζογάρουν στην κατακτητική και υλιστική μανία.
Εκπαιδευόμαστε να τζογάρουμε στο «υλικό τώρα». Στο «ότι φάμε και ότι πιουμε». Να ζούμε στο μύθο μιας ψευδής αιωνιότητας. Γιατί εδώ δεν μιλάμε για μια μεταφυσική αιωνιότητα, μιλάμε για μια υλική αιωνιότητα στο υλικό μας παρόν. Γι’ αυτό προσπαθούμε να συντηρήσουμε το σώμα μας με πλαστικές, με κρέμες, με μπότοξ, με λιπαναροφήσεις. Είναι κακό όχι βέβαια… το να φροντίζεις το σώμα σου είναι υποχρέωσή σου και υγιή στάση. Το κακό αρχίζει όταν η υπερβολή και η μανία γίνονται καθημερινές φίλες μας.
Όταν η λατρεία και επέκταση του σώματος καλύπτει την πνευματική μας σφαίρα. Γιατί το σώμα είναι ένα υπέροχο εργαλείο αναγκαίο, ιερό και θέλει προσοχή. Όμως εμείς πολύ συχνά προσπαθούμε να μεταφέρουμε την αιωνιότητα στην περιοχή της αιωνιότητας του σώματος. Έτσι απωθούμε φοβισμένα κάθε τι που μπορεί να θυμίζει την φθορά του και το τέλος του.
Ταυτόχρονα απωθούμε εκείνο το ιερό και πνευματικό προβληματισμό για το νόημα και την αξία της ζωής. Αυτό μας κάνει να μην ζούμε σε μια πνευματική πληρότητα. Γιατί ενώ προσπαθουμε ν’ αποκοπούμε από κάτι που θα μας συμβεί έτσι και αλλιώς, ν’ αποκοπούμε από την ιδέα του θανάτου μας, η ιδέα αυτή μας εκδικείται και κάνει συχνά την επίσκεψή της στην ανθρώπινη καθημερινότητα με άλλους τρόπους.
Τα ψυχικά και ψυχολογικα προβλήματα, οι απόπειρες αυτοκτονίας, οι καταθλίψεις, τα άγχη και το στρες, η έλλειψη επικοινωνίας και ουσιαστικού νοήματος οι βυθίσεις μας σε υπαρξιακά σκοτεινά πηγάδια, η βίαιη επιθετική συμπεριφορά στις μεγαλουπόλεις, προέρχονται από την άρνησή μας να διαπραγματευτούμε με το μεταφυσικό της ζωής. Να βάλουμε την μεταφυσική στην καθημερινή μας πρακτική.
Για να μην παρεξηγηθώ.
Αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να γίνουμε πιστοί οπαδοί σε θρησκείες, δόγματα, και σέχτες. Ή να αρχίσουμε να τρέχουμε σε πνευματιστικές συναντήσεις πίσω από μάγους και γκουρού, χαρτορίκτες και καφετζούδες για να έρθουμε σε επαφή με την μεταφυσική μας ριζα.
Είναι αυτονόητο από όλους ότι αυτό δεν είναι έρευνα και επανένωση με την πνευματική μας πλευρά. Είναι περισσότερο παραμυθιές που ανθίζουν στο δυτικό τρόπο σκέψης και παράλληλα αποκλείουν την αυθεντική επαφή με την εσωτερική μας αλήθεια. Γιατί οι δυτικές σύγχρονες κοινωνίες αντιμετωπίζουν τουλάχιστον με καχυποψία κάθε σοβαρή συζήτηση και προβληματική γύρω από την μεταφυσική διάσταση του ανθρώπου.
Η διάσταση αυτή ικανοποιείται (όχι βέβαια επαρκώς) με την φιλοσοφία και την τέχνη. Η φιλοσοφία ανοίγει δρόμους προς την μεταφυσική κοσμοαντίληψη, επίσης το θέατρο και η λογοτεχνία, ανασύρουν από τα παρασκήνια την μεταφυσική μας ανάγκη και την φέρνουν στην σκηνή του κόσμου. Όμως η ποίηση είναι αυτή που στοχεύει στο πυρήνα του μεταφυσικού προβληματισμού που συνδέει την εσωτερική δράση του εαυτού με την εξωτερική προβολή του. Η ποίηση είναι η γέφυρα της ψυχής με τον υλικό κόσμο.
Γιατί η ποίηση δεν είναι μόνο ένα γλωσσικό, κοινωνιολογικό καλλιτεχνικό και αισθητικό φαινόμενο.
Είναι και αποτέλεσμα μιας ανώτερης αίσθησης που έχει να κάνει με τον ιερό πυρήνα της ύπαρξης.
Είναι μια συμπυκνωμένη ενέργεια που εκδηλώνεται με λέξεις ένα βύθισμα δηλαδή στο υπαρξιακό γεγονός.
Η καλή ποίηση αποσκοπεί στο αιώνιο.
Η πραγματική, ποίηση δεν προσδιορίζεται ούτε ασφυκτικά στο χώρο και στο χρόνο.
Η καλή ποίηση έχει το σπέρμα της μεταφυσικής.
Είναι από μόνη της ένα φαινόμενο μεταφυσικής.
Η σωστή ποιητική εργασία είναι μια πνευματική λειτουργία που υποχρεώνει τον ποιητή να παλεύει ανάμεσα στα ελαττώματα και στα προτερήματά του να εφευρίσκει τρόπους να αναδημιουργεί τον εαυτό του να ανακαλύπτει και να αναλύει σε βάθος το φαινόμενο της ζωής.
Η ποίηση αποδομεί την πραγματικότητα της υλικής μας υπόστασης. Αποδομεί την συντηρητική λογική τον μηχανιστικό ορθολογισμό, αποδομεί την ανθρώπινη ιστορία όπως την γράφουν οι άνθρωποι. Μερικές φορές αποδομεί και τον εαυτό της και στοχεύει μόνο στην πνευματική υπέρβαση. Πόνοι, συναισθήματα, εμπειρίες, έρωτες, ανεκπλήρωτα, το ίδιο το βίωμα της ζωής υποτάσσονται με την ποίηση σε μια ερμηνεία που δεν έχει σχέση με κανένα μηχανισμό εξουσίας, ιδεολογίας. Η ποίηση μετατρέπει αυτό που ονομάζουμε πραγματικότητα. Η ποίηση μας θυμίζει πως αυτή η πραγματικότητα δεν είναι παρά μια εκδοχή του κόσμου. Μια από τις πολλές ερμηνείες του. μια από τις πολλές διαστάσεις του. Πώς ακόμα και αυτή η πραγματικότητα είναι μεταφυσική.
Διαβάζω το ποίημα Ανεξήγητος λόγος
«Η μεταφυσική είναι ενταγμένη στις υποθέσεις των μικρών πραγμάτων. Στο χορτάρι που φυτρώνει, στον παφλασμό του κύματος,
στην τριανταφυλλιά που ανθίζει,
σ΄ ένα ερωτικό χαμόγελο
καθώς και η γλώσσα που χρησιμοποιούμε
για να περιγράψουμε τον κόσμο
είναι και αυτή μεταφυσική.
Άυλοι ήχοι και γράμματα και ιδέες
καταστρέφουν και δημιουργούν,
κάνουν πολέμους και αγάπης σχέδια.
Η μεταφυσική αρχίζει με τα απλά πράγματα.
Από το χώμα, από το φως του ήλιου
από την ελιά που δένει τον καρπό της.
Από το οξυγόνο που μπαίνει στα πνευμόνια μας
και γνωρίζει καλύτερα από εμάς το Ανεξήγητο Λόγο».
Η ποίηση είναι μια κρυφή μεταφυσική λειτουργία ενός Ανεξήγητου Λόγου. Πολλές φορές μπορεί να φοράει το θεατρικό κοστούμι της φόρμας των διανοητικών ιδιομορφιών, των ρευμάτων των «ισμών» (πχ υπεραλισμών, μοντερνισμών κλπ) όμως στο βάθος, το πυρηνικό της μάγμα είναι ένα και καθαυτό. Μια πηγή φωτός, διορατική, υπεραισθητική, συνδεδεμένη πάντα με την Αρχή της δημιουργίας του κόσμου, με την ιδέα του Πρωταρχικού Αγνώστου Όντος.
Εκείνο το Όν του Παρμενίδη, το «είναι» και το «νοείν» των πραγμάτων. Το «είναι» και το «μηδέν», εξηγώντας (ο Παρμενίδης) πως το μηδέν δεν αποτελεί ανυπαρξία, ο νεκρός λέει μετέχει στο «είναι» έχει την ικανότητα να αισθάνεται. Αργότερα ο Πλάτωνας επηρεασμένος από τον Παρμενίδη και το δυιστικό του σύστημα μιλάει για τον κόσμο των ιδεών και τον κόσμο των αισθήσεων.
Η μεταφυσική του Πλάτωνα μιλάει για το είναι και χωρίζει τον κόσμο σε αισθητά και νοητά πράγματα. Το αισθητό είναι μεταβαλόμενο και φθείρεται, ενώ το νοητό είναι σταθερό. Το νοητό είναι το «όντως ον», οι ιδέες. Ο κόσμος των ιδεών για τον Πλάτωνα είναι ο αληθινός κόσμος. Πάνω σ’ αυτό τον κόσμο θα στηριχτεί για να φτιάξει την ιδανική του πολιτεία. Στο κόσμο των ιδεών στηρίζονται και οι ποιητές.
Όμως ο Πλάτωνας θεωρεί τους ποιητές επικίνδυνους για την ιδανική πολιτεία του. θεωρεί την ποίηση ως μίμηση:
Για τον Πλάτωνα ο ποιητής μιμείται άρα δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσει τα σπουδαία από τα ασήμαντα, δημιουργεί είδωλα και ξεφεύγει από την αλήθεια. Είναι δηλαδή μιμιτής των εικόνων αυτού του κόσμου του φθαρτού και του πρόσκαιρου. Είναι μιμητής ενός θνητού κόσμου όπου είναι το καθρέφτισμα του καθρεφτίσματος του αληθινού κόσμου. Ακριβής σ’ αυτό το σημείο έρχεται σ’ αντίθεση με τον Αριστοτέλη που θεωρεί την ποίηση της τραγωδίας «μίμησιν πράξης σπουδαίας και τελείας» αφού είναι μίμηση του ανώτερου κόσμου.
Ας επανέλθουμε όμως γρήγορα πάλι στον Πλάτωνα.
Όπου υποστηρίζει ότι αφού η ποίηση είναι μια μίμηση του κόσμου, ικανοποιεί κατώτερες συγκινήσεις και ιδέες. Δεν την δέχεται στην πολιτεία του γιατί (όπως λέει) συντηρεί εκείνο το ασυνείδητο – μη πραγματικό μέρος της ψυχής και καταστρέφει το λογιστικό. Ο Πλάτωνας ήταν ένας μεγάλος φιλόσοφος. Μια από τις σημαντικές πηγές της σύγχρονης δυτικής φιλοσοφίας. Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την μέγιστη αξία του… όμως ο Πλάτωνας ήταν και αυτός άνθρωπος όπως όλοι μας ….Ίσως να υπήρχαν και άλλοι λόγοι που δεν συμπαθούσε τους ποιητές…που τους είχε εξορίσει από την Πολιτεία του. Λόγοι που δεν θα τους εξετάσουμε εδώ. Δεν ήθελε λοιπόν τους ποιητές στην Πολιτεία του, γιατί ο ποιητής κατά τον Πλάτωνα καταστρέφει το σταθερό, το ευσταθές το αμετάβλητο στον κόσμο και στην θέση τους προτείνει το μεταβλητό και το υποκειμενικό.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, ευτυχώς!
Ευτυχώς τόσο για την ποίηση όσο για τους ποιητές και για όλη την ανθρωπότητα.
Γιατί (νομίζω) ο Πλάτωνας επιθυμεί να εγκαθιδρύσει στην πολιτεία του μία μόνο αλήθεια την αλήθεια της δικής του φιλοσοφίας, η οποία είναι πολλές φορές αυστηρή μονοδιάστατη αυταρχική και αυτάρεσκη.
Είναι η αλήθεια του ενός, που νομίζει εκείνος ο ένας, ότι η αλήθεια του πηγάζει από τον αντικατροπτισμό της θεϊκής αλήθειας.
Αυτή η άποψη είναι κατά τη γνώμη μου αντιδημοκρατική και επικίνδυνη την αλήθεια του θεού, την αρχική αλήθεια, δεν είναι δυνατόν να την αντιλαμβάνεται μόνο ο ένας ή οι λίγοι, οι εκλεκτοί της αλήθειας.
Η ποίηση και οι ποιητές απευθύνονται στην αλήθεια χωρίς να την ορίζουν φιλοσοφικά και πρακτικά με νόμους και με ανθρώπινους ορισμούς και γι’ αυτό και γίνονται επικίνδυνοι.
Γίνονται επικίνδυνοι, γιατί την αρχική αλήθεια την αλήθεια του θεού οι ποιητές την λαμβάνουν με σύμβολα, λέξεις, ιδέες, εικόνες, πολλές φορές άσχετες μεταξύ τους, επικίνδυνες για την λογική της καθυστικής τάξης.
Γιατί οι ποιητές συλλαμβάνουν την μεταφυσική αλήθεια με καθαρά μεταφορικές έννοιες δεν είναι νομοθέτες ρήτορες και διδάσκαλοι.
Η αλήθεια τους δεν έχει ιδεολογήματα, στεγανά, μαθητές και κλειστές αίθουσες συνεδριάσεων όπου η εξουσία αποφασίζει για τις τύχες των υπολοίπων. Η αλήθεια που μεταφέρουν οι ποιητές από την υπερβατό κόσμο είναι μια αλήθεια που βάζει τους ανθρώπους ν’ αποφασίζουν για την τύχη τους και η μονη εξουσία που αναγνωρίζει είναι η εξουσία της γνώσης του εαυτού σου.
Η αλήθεια βέβαια είναι μια αλλά οι αποδέχτες δηλαδή άνθρωποι που λαμβάνουν αυτή την αλήθεια την μεταφράζουν διαφορετικά ο καθένας σε σχέση με το δικό του βαθμό εξέλιξης, ψυχικής και νοητικής διαύγειας.
Γι’ αυτό στην ποίηση, η μεταφυσική αλήθεια αποδωδικοποιείται σε μια κατάσταση δεκάδων εκατοντάδων αληθινών αφού τα ανθρώπινα υποκείμενα που λαμβάνουν την αλήθεια την μεταφράζουν σύμφωνα με το δικό τους προσωπικό σύστημα αντίληψης και νόησης. Πώς λοιπόν θα μπορούσε ν’ αντέξει η ιδανική πολιτεία του Πλάτωνα με χιλιάδες αλήθειες οι οποίες θα προέρχονται από την αρχική θεϊκή και μεταφυσική αλήθεια και που θα ήταν υποχρεωμένες αυτές οι αλήθειες να τα βρουν μεταξύ τους και να ζήσουν όμορφα, ειρηνικά και ηθικά;
Δύσκολο πράγμα, γιατί αυτό συμβαίνει μόνο στις δημοκρατίες. Εκεί όπου η αλήθεια του καθενός, έρχεται σε επαφή αλλά και σε αντιπαράθεση με την αλήθεια του άλλου, και μέσα από αυτήν την σχέση οι πολιτείες κυβερνιούνται με την πλειοψηφική αλήθεια. Με την αλήθεια των πολλών.
Όχι ο Πλάτωνας δεν αγαπούσε την πλειοψηφική αλήθεια (αυτή άλλωστε σκότωσε δυστυχώς τον δάσκαλό του τον Σωκράτη). Ο Πλάτωνας αγαπάει την μία αλήθεια. Εκείνη του φιλοσόφου που περισσότερο είναι μια αλήθεια δογματική, ιδεολογική, και αυταρχική.
Γι΄ αυτό η ποίηση είναι πιο ελεύθερη από την φιλοσοφία. Άρα και ο ποιητής είναι πιο ελεύθερος από τον φιλόσοφο. Ο ποιητής μιλάει στους ανθρώπους για την υπερβατή αλήθεια με τρόπο που ο καθένας μπορεί να καταλάβει ανάλογα με την αυτονομία του. Στην ποίηση δηλαδή ο κάθε πολίτης συμμετέχει έμμεσα και με τη δική του αλήθεια. Ο φιλόσοφος όμως, έχει φτιάξει ένα σύστημα αλήθειας που ο κάθε πολίτης δεν πρέπει να είναι συμμέτοχος (δηλαδή συνδημιουργός της αλήθειας) αλλά πρέπει να είναι πιστός και ορθολογικός, δηλαδή οπαδός της αλήθειας του φιλοσόφου.
Γι’ αυτό και η φιλοσοφία έχει μεγάλη σχέση με την ρητορεία και την πολιτική. Εκεί όπου οι αλήθειες προσπαθούν να πείσουν να αποκτήσουν οπαδούς προσπαθούν να ποδηγετήσουν, να κατευθύνουν, να κυβερνήσουν να εξουσιάσουν. Ενώ η ποίηση από φύση είναι λειτουργία που έρχεται σε αντίθεση με την εξουσία. Είναι αντίπαλος της, γιατί η ποίηση αγαπά την ελευθερία, τον έρωτα, τις ανάγκες της ψυχής, την υπερβατική ενόραση.
Η ποίηση συμπονά, είναι συμπόνια, είναι συγκίνηση έστω και αν πολλές φορές οι συγκινήσεις της ποίησης έχουν μια κατώτερη χροιά, όπως υποστήριζε ο Πλάτωνας.
Εδώ θα συμφωνήσουμε μαζί του. Υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες συγκινήσεις Άρα λοιπόν υπάρχει ανώτερη και κατώτερη ποίηση και διάφορες διακυμάνσεις μεταξύ αυτού του δίπολου. Υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες συγκινήσεις οι οποίες δημιουργούνται αντίστοιχα από μια κατώτερη ή ανώτερη ποίηση.
Αφού η ποίηση (κατά τον Πλάτων) κινεί τα κατώτερα του ανθρώπου (συν-κινώ = συγκίνηση) μπορεί και κινεί και τα ανώτερα. Ποτε λοιπον συν-κινεί ηποίηση τα ανώτερα και πότε η ποίηση συν-κινεί τα κατώτερα του ανθρώπινου ψυχισμού και του ανθρώπινου πνευματικού κόσμου;
Για να απαντήσουμε, σ’ αυτό το ερώτημα θα πρέπει να μιλήσουμε για την ενεργειακή και πνευματική διάσταση της ποίησης… θα τολμήσω να ξεχωρίσω την ποίηση (όσον αφορά λέω πάλι την πνευματική και ενεργειακή της διάσταση) σε 4 είδη:
Το πρώτο είδος είναι η σκοτεινή ποίηση
Η ποίηση της τυφλής υπαρξιακής αγωνίας εκεί όπου η γραφή του ποιητή παλεύει στο πέλαγος της ζωής χωρίς πίστη, χωρίς νόημα, χωρίς φως. Εκεί όπου αναδύονται πρωτόγονες αισθησιακές επιθυμίες, αυτοκτονικές τάσεις, επιθετικοί φόβοι, αρνητικά συναισθήματα πεσιμισμός και απόγνωση. Η σκοτεινή ποίηση μοιάζει με ουρλιαχτό πνιγερών φράσεων, σαν χορός φαντασμάτων. Σίγουρα ο Πλάτωνας δεν θα ήθελε ένα τέτοιον ποιητή στην πολιτεία του.
Το δεύτερο είδος είναι η ποίηση του λυκόφωτος
Είναι ένα βαθμό ανώτερη από την σκοτεινή ποίηση. Είναι εκείνη που διαπιστώνει τους κατατρεγμένους, τους πόνους της ύπαρξης και τις ψευδεσθήσεις της ζωής μ’ έναν κυνισμό. Πατρίδα αυτής της ποίησης είναι η τρικυμία του συναισθήματος, ο αφρός των επιφανειακών προβολών, η αποδοχή της μοίρας χωρίς μάχη. Εδώ έχουμε πάλι έναν ποιητή των κατώτερων συγκινήσεων, των υπερβολικών συναισθημάτων, που διακατέχεται από εγκλωβισμούς υπαρξιακούς, από σύγχυση και αρνητισμό.
Μπορεί εδώ ο ποιητής να έχει μια τεχνική αρτιότητα, μια εξειδίκευση, ένα στυλ, μια καλή φόρμα, όμως η ποίησή του είναι μυωπική, που συχνά καταλήγει στα σκοτάδια ενός διανοητισμού. Και αυτός ο ποιητής δεν θα μπορούσε ν’ ανήκει στην πολιτεία του Πλάτωνα.
Το τρίτο είδος της ποίησης είναι η ποίηση του λυκαυγούς
Ο ποιητής εδώ προσπαθεί να επουλώσει τον πόνο της ύπαρξης μετατρέποντας τον σε συμπόνια, σε κατανόηση, σε θετική εμπειρία. Η ποίηση του λυκαυγούς είναι ο τόπος της πρώτης μεταμόρφωσης του ποιητή. Από υπνωτισμένος – εντολοδόχος του κατώτερου υποσυνείδητου γίνεται αφυπνισμένος – εντολέας του Ανώτερου Συνειδητού.
Είναι ο ποιητής του Ωραίου και της ανίχνευσης του ουσιαστικού νοήματος του κόσμου. Είναι ο ποιητής που χτυπάει την πόρτα της ανώτερης συγκίνησης. Ένας τέτοιος ποιητής θα ήταν απαραίτητος για την πολιτεία του Πλάτωνα.
Τέλος στην τέταρτη κατηγορία ανήκει η φωτεινή ποίηση
Η φωτεινή ποίηση είναι και η αληθινή ποίηση. Η μια. Πηγάζει η ενέργεια της και η πνευματικότητά της από την ίδια την Δημιουργία του φωτός. Από τον μεγάλο και ένα ποιητή Ορατών και Αοράτων του του συμπαντικού κόσμου. Η φωτεινή ποίηση είναι ένας μεταφυσικός χρονότοπος μια σπουδαία επιστήμη. Η επιστήμη της ενότητας που διατηρεί την μυημειακή κατανόηση του μεγέθους της Αιωνιότητας. Γιατί η βούληση του Θείου, γεννάει και διατηρεί το Σχέδιο της Δημιουργίας, ενώ η βούληση του ανθρώπου το επηρεάζει σημαντικά, ίσως και να το οδηγεί… είμαστε συνδημιουργοί του Αρχικού Σχεδίου της Δημιουργίας με τις καθημερινές μας σκέψεις και πράξεις. Ο φωτεινός ποιητής αναγνωρίζει την ευθύνη του για την καλυτέρευση του κόσμου και μέσα από την ποίησή του παλεύει γι’ αυτό. Η γραφή του έχει σχέση με την πραγματική βιωμένη γνώση της αλήθειας. Η ποίησή του εκπέμπει φωτεινότητα και ανώτερα συγκινησιακά αισθήματα. Η ποίηση του είναι βασισμένη στην Αντίληψη της Οικογενειακής Αγάπης, του Πανανθρώπινου χρέους και της θαυμαστής ωραιότητας. Ποιος δεν θα θελε έναν τέτοιο ποιητή σε μια ιδανική πολιτεία; Οι πιο πολλοί ποιητές έχουν περάσει με την ποιητική τους γραφή μέσα από τις τρεις πρώτες κατηγορίες. Υπήρξαν κατά καιρούς ποιητές της σκοτεινής ποίησης, της ποίησης Λυκόφωτος και της ποίησης του Λυκαυγούς. Έχουν διανύσει αυτούς τους δρόμους κάποιοι έμειναν σε κάποιους από αυτούς τους δρόμους και αρκετοί συνεχίζουν το ταξίδι τους προς την ανώτερη μορφή ποίησης, την φωτεινή ποίηση.
Για να φτάσουν εκεί όμως πρωτίστως προσπαθούν να γίνουν οι ίδιοι, φωτεινοί άνθρωποι. Πράγμα πολύ δύσκολο βέβαια, αλλά από την άλλη μεριά
Πώς μπορεί να υπηρετήσει κάποιος την φωτεινή ποίηση και να λέγεται φωτεινός ποιητής αν πρώτα αυτός ο ίδιος δεν μπορεί να ποιεί μερικές (έστω και λίγες) πράξεις αγάπης, πράξεις μεταφυσικής λογικής;
Οι ποιητές δεν πρέπει να γράφουνε μόνο ποιήματα και να νομίζουν ότι αυτό τους κάνει ποιητές. Οι αληθινοί ποιητές που θέλουν να φτάσουν στην φωτεινή ποίηση δεν είναι διανοητικοί πολυλογάδες, ούτε ηδονιστές της γραφής. Δεν γίνονται υποστηριχτές της εξουσίας και διανοητικοί ρήτορες. Δεν γίνονται παθιασμένοι των συμφερόντων της, ιδιοτελείς και καβαλάριδες της ματαιοδοξίας που κοιτάνε μόνο τα ποιηματάκια τους και την δουλίτσα τους. Οι αληθινοί ποιητές που θέλουν να φτάσουν στην φωτεινή ποίηση ενδιαφέρονται, συμμετέχουν και παίρνουν θέση στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Πρέπει να πράτουν ποιητικά, ανθρώπινα και πνευματικά, τότε είναι πραγματικοί ποιητές. Αυτό τους συνδέει με την μεταφυσική τους ρίζα. Το «πράτειν» ποιητικά και το «ποιώ» πρακτικά. Γιατί η ποίηση είναι και μια πράξη αγάπης. «Μια απέραντη αλληλεγγύη και κανεις δεν μπορεί να την νιώσει, αν δεν νιώσει την αλληλεγγύει αυτή» λέει ο Σεφέρης. Γιατί η ποίηση είναι και χαρά και ευγένεια και καλοσύνη.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει πάντα οι ποιητές να φαίνονται ευχάριστοι, χαμογελαστοί, αρμονικοί, ευγενικοί για να τους πούνε καλούς ανθρώπους και καλούς ποιητές.
Το «πράττειν ποιητικά» και η σύνδεση μας με την μεταφυσική ρίζα της ποίησης δεν είναι βιτρίνα αστραφτερού χαμογέλου. Δεν αποκλείουμε το χαμόγελο βέβαια, το χαμόγελο και η ευγένεια είναι αναγκαία. Αυτά όμως δεν τους κάνουν αληθινούς ποιητές του πράττειν, χρειάζεται μαζί μ’ αυτά ο αγώνας, το ενδιαφέρον η συμμετοχή, η διεκδίκηση, η πρόταση, η καθημερινή τους πράξη και πρακτική που θα κάνει τον εαυτό τους και τον κόσμο καλύτερο. Χρειάζεται ο διαρκής αγώνας του πνεύματος για έναν πιο δίκαιο, αληθινό όμορφο, πνευματικό και ποιητικό κόσμο.
Γιατί άραγε γράφουν οι ποιητές.
Γιατί βρίσκουνε στην ποίηση μια παρηγοριά. Ένα καταφύγιο. Μια ελπίδα βρίσκουν την χαμένη θρησκευτικότητα. Η σχέση τους με την ποίηση είναι μια σχέση που δεν θα τους απογοητεύσει.
Δεν θα τους πληγώσει. Με την ποίηση διευρύνουμε την ελευθερία τους την ανθρωπιά τους. Περνάει η ποίηση από μέσα τους.
Περνάνε και οι ποιητές μέσα από την ποίηση.
Όμως δεν παραμένουν εκεί.
Γιατί η ποίηση αποτελεί ένα μεταβατικό στάδιο. Ένα στάδιο μιας εξελικτικής διαδικασίας. Ένα στάδιο τελεολογίας σύμφωνα με την Αριστοτελική έννοια. Εκεί που τα όντα οι ποιητές εξασκούνται στο πνευματικό κόσμο. Εκεί που εξασκούν την πνευματική συνείδησή τους.
Διαβάζω ένα ποίημα που λέγεται: Διπλότυπο ύπαρξης
«Υπάρχουμε ως λόγοι μυστικοί του πνεύματος
Ως συνειδητές βυθίσεις στα πεδία του μεταξοσκώληκα.
Καθώς φτιάχνει το νόημα της ύπαρξής του
Αναγκασμένοι να πράξουμε σύμφωνα με τις εντολές των πρωτονίων
Χωρίς χαμένους παραδείσους, παρά μόνο με την ικανότητα του «ποιείν»
Δημιουργούμε πρόβες ζωής στο αυγό του φωτός
Πριν αυτό σκάσει και μεταμορφωθεί από φως σε σύμπαν, από σύμπαν σε δευτερότοκους παλμούς, καθώς η μνημοσύνη του πνεύματος σχηματίζεται σε καρδούλα ενός μωρού μέσα σε γυναικεία μήτρα!»
Η ποίηση λοιπόν είναι πρωτίστως και προσπάθεια μεταφυσικής πληρότητας και ολοκλήρωσης.»
Βέβαια στην προσπάθεια αυτή πολλές φορές οι ποιητές θα πέσουνε σε σφάλματα, λάθη, εγωισμούς, αντιεκδικήσεις, ματαιοδοξίες, όμως τουλάχιστον να τα βλέπουνε. Να συνεχίζουνε τις προσπάθειες για την καλυτέρευση του κόσμου και του εαυτού. Να γίνουνε δημιουργοί της χαράς, να δημιουργούνε θετικότητα, να φτιάχνουμε αγάπη να ποιούνε γέφυρες προς το φως, προς το θείο προς την μεταφυσική μας πατρίδα όπως και να λέγεται αυτή η μεταφυσική πατρίδα. Όπως να την ονομάζει ο καθένας: θεό, μητέρα φύση, σύμπαν, ανώτερος νους, χάος, τίποτα. Ακόμα και στο «τίποτα» αν πιστεύει ο ποιητής αν αυτό το «τίποτα» το διαποτίζει με «αγάπη», σεβασμό και ανθρωπισμό, τότε αυτό το «τίποτα» γίνεται μεταφυσικό. Ένθεοι και άθεοι όπου και να πιστεύουν ή να μην πιστεύουν όταν πράττουν ανθρωπιστικά δίκαια ειρηνικά δημιουργούν ένα «πνευματικό κάτι».
Η ίδια τους η ύπαρξη, η σκέψη τους η δημιουργία τους, μετατρέπει τον κόσμο σε μια μεταφυσική οντολογία.
Σ’ ένα υπεραισθητικό. αθάνατο και αναλοίωτο «πνευματικό τώρα». Μ’ αυτό τον τρόπο οι ποιητές θεώνονται. Γίνονται οι ίδιοι ένας μεταφυσικός κόσμος. Γίνονται μικροί θεοί, πνευματικών δημιουργημάτων και στήνουν χορό με το Αιώνιο και το Αθάνατο.
Ευχαριστώ που μ’ ακούσατε

Έτος 2014

theatro

 

3

Η εξέλιξη της τέχνης

Η συγγραφή, η υποκριτική και η σκηνοθεσία κάτω από το πρίσμα της βιωματικής εμπειρίας, συντελούν σε αυτό το σκοπό.

1

Η μεταφυσική του θεάτρου

Το μυστήριο του θανάτου και της ζωής. Αυτό το μυστήριο γινόταν ως ένα βαθμό φανερό μέσα από ιεροτελεστικά δρώμενα, όπου ήταν και οι πρώτοι στενοί συγγενείς του θεάτρου.
2

Εμψύχωση βιωματικών ομάδων

Εμψυχωτής είναι κάποιος που εμψυχώνει οποιονδήποτε άνθρωπο ή ομάδα για να δράσει με περισσότερη επιτυχία σε κάτι, που δίνει θάρρος, ελπίδα και συμπόνια που παρακινεί και κατανοεί.
4

Άρθρα που έχουν δημοσιευθεί

Ετυμολογικά η λέξη ποίηση (όπως γνωρίζεται) προέρχεται από το ρήμα «ποιέω-ποιώ». Το «ποιώ» είναι η διπλή αδελφή όψη του ρήματος «πρήσσω- πράσσω- πράττω»..

Επικοινωνία

 

6945768633
vasflo100@yahoo.gr